ΘΕΜΑ | Ακρίβεια, μείωση αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, «ασφυξία» στην αγορά. |
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ | 30/3/2005 |
ΤΥΠΟΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ | Κοινή Ερώτηση |
ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΠΑΣΟΚ 30 Μαρτίου 2005 ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΕΠΕΡΩΤΗΣΗ Προς: ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Θέμα: Ακρίβεια, μείωση αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, «ασφυξία» στην αγορά. 1/ Η ακρίβεια στην αγορά προσλαμβάνει πια ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Το ένα κύμα αυξήσεων διαδέχεται το άλλο, σε όλα σχεδόν τα καταναλωτικά προϊόντα και τις υπηρεσίες. Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου θέρμανσης κατά 32,9% - μέσα σε ένα χρόνο – καθιστά ακόμη δυσμενέστερη την θέση των καταναλωτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και με τα ίδια τα στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα το Υπουργείο Ανάπτυξης, προκύπτει ότι από ένα πίνακα 42 προϊόντων και υπηρεσιών, στα 37 σημειώθηκαν σημαντικές αυξήσεις το διάστημα Φεβρουαρίου2004 – Φεβρουαρίου 2005. Μάλιστα στα 23 από αυτά οι αυξήσεις είναι πολύ υψηλότερες του πληθωρισμού. Η κατάσταση για τους πολίτες καθίσταται ιδιαίτερα αρνητική. Η αύξηση του κόστους ζωής, σε συνδυασμό με την μείωση των πραγματικών αποδοχών και των εισοδημάτων, οδηγεί την ελληνική οικονομία σε δυσχερέστερη θέση. Η ακρίβεια, εξανεμίζει τις μικρές ονομαστικές αυξήσεις, που δόθηκαν σε εργαζόμενους και συνταξιούχους. Είναι χαρακτηριστικό ότι: α/ Τα στοιχεία για τον δανεισμό των ελληνικών νοικοκυριών, επιβεβαιώνουν την αύξηση της αδυναμίας τους να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές τους ανάγκες. Τα καταναλωτικά δάνεια σε καθυστέρηση το 2003 ανήλθαν στο ύψος των 967,2 εκατ. ευρώ, ενώ μόνο για το εννιάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2004 ανήλθαν στο ύψος των 1.19 δις ευρώ (εξαιρουμένης της ΑΤΕ). β/ Τα στοιχεία για την αγορά δείχνουν τις συνέπειες που έχει η μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και την «ασφυξία» που επιφέρει κύρια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι ακάλυπτες επιταγές για παράδειγμα, αυξήθηκαν το 2004 κατά 33% σε σχέση με το 2003 και ξεπερνούν το 40% του συνόλου των επιταγών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του «Τειρεσία» τον Ιανουάριο 2005 έχουμε αύξηση των επιταγών που «σφραγίσθηκαν» κατά 81,84% έναντι του Ιανουαρίου του 2004. 2/ Η κυβέρνηση για ένα ολόκληρο χρόνο παρακολουθεί τις εξελίξεις ουσιαστικά χωρίς πολιτική. Μοιάζει να μην έχει καν αντιληφθεί το πρόβλημα και αντιδρά – σε επίπεδο δηλώσεων μόνο – αντιφατικά, αποσπασματικά και αναποτελεσματικά, αναζωπυρώνοντας ουσιαστικά τις τάσεις κερδοσκοπίας και ακρίβειας. Ο Υφυπουργός μέχρι πρότινος υποστήριζε ότι «ακρίβεια δεν υπάρχει» (!!) και απέδιδε την ύπαρξη της στην αντιπολίτευση και τα μέσα επικοινωνίας. Αντίθετα ο Υπουργός αναγνώρισε πρόσφατα (δύο φορές) την έξαρση της ακρίβειας, ανακοίνωσε απλώς «προθέσεις» για την αντιμετώπιση της και επιχείρησε να την αποδώσει στις προηγούμενες κυβερνήσεις για να καλύψει την αδυναμία και την αναποτελεσματικότητα της πολιτικής της Ν.Δ. Όμως μια από τις βασικές αιτίες της ακρίβειας είναι ότι η κυβέρνηση αδυνατεί ή φοβάται να παρέμβει, για να μην έρθει σε σύγκρουση με ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, εκεί που πραγματικά υπάρχουν φαινόμενα συγκέντρωσης δυνάμεων και εναρμονισμένων πρακτικών. Μόνο για λόγους εντυπωσιασμού παρεμβαίνει - μέσω της επιτροπής ανταγωνισμού – σε κλάδους όπου δεν υπάρχουν φαινόμενα ολιγοπωλίων και το ποσοστό κέρδους είναι μικρό. Αντίθετα παρακολουθεί ως θεατής ολιγοπωλιακά και μονοπωλιακά φαινόμενα σε ελάχιστες εταιρείες ( που διακινούν μάλιστα περισσότερες από μια κατηγορίες προϊόντων) και εναρμονισμένων πρακτικών στην διαμόρφωση της τιμολογιακής τους πολιτικής, που παρατηρούνται στους προμηθευτές καταναλωτικών προϊόντων (βιομηχανίες και μεγάλες εισαγωγικές επιχειρήσεις). Δεν είναι τυχαίο ακόμη ότι η κυβέρνηση καθυστερεί την έκδοση των Π.Δ. καιΥπ. Αποφάσεων για την εφαρμογή του Ν.3190 και την ενίσχυση των ελέγχων στην αγορά. Είναι χαρακτηριστική επίσης η τοποθέτηση του Υπουργείου Ανάπτυξης στο κρίσιμο ζήτημα των ανεξέλεγκτων αυξήσεων στα καύσιμα, που προκαλούν σημαντικές αυξήσεις των τιμών σε μια σειρά βασικών ειδών διαβίωσης και σε πολλές υπηρεσίες απαραίτητες στην καθημερινότητα των πολιτών. Το Υπουργείο διατυμπανίζει ότι «έχουμε την φθηνότερη βενζίνη στην Ευρώπη», την ίδια ώρα που τα στοιχεία της Εurostat αποδεικνύουν ότι τα περιθώρια κέρδους στην διύλιση και την εμπορία των υγρών καυσίμων (εταιρείες - πρατήρια)είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, ότι έχουμε επίσης την ακριβότερη προ φόρων και δασμών βενζίνη. Ότι δηλαδή τα διυλιστήρια και οι εταιρείες εμπορίας και διακίνησης πετρελαιοειδών μπορούν ανεξέλεγκτα να κερδοσκοπούν σε βάρος των καταναλωτών. 3/ Η αρνητική κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο με την οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει στο αμέσως επόμενο διάστημα η κυβέρνηση, ως αποτέλεσμα των άστοχων χειρισμών της που έχουν υποθηκεύσει το μέλλον της χώρας και της αδυναμίας που επί ένα χρόνο επέδειξε στον τομέα της πάταξης της φοροδιαφυγής. Το αναθεωρημένο πρόγραμμα «σταθερότητας και ανάπτυξης 2004-2007» που επέβαλε η κυβέρνηση στην Ε.Ε. προβλέπει τριετή λιτότητα για εργαζόμενους και συνταξιούχους, θέματα που θα επιδράσουν περαιτέρω και αρνητικά στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση προχωρεί σε μια καθαρά ταξική επιλογή, επιχειρώντας να «καλύψει» τα προβλήματα στην οικονομία που η ίδια διόγκωσε και ενέτεινε, με πολιτικές όπως οι έμμεσοι φόροι που θίγουν ευθέως τα πιο χαμηλά εισοδηματικά τμήματα του πληθυσμού. Στην ίδια λογική είχαμε εξ’ άλλου πρόσφατα: α/ Την αύξηση των τιμών των διοδίων άνω του 40% σε μεγάλο μέρος του οδικού δικτύου της χώρας. β/ Την «απελευθέρωση» των τιμών των προϊόντων στα κυλικεία των πλοίων (εξόχως ολιγοπωλιακή αγορά). Οι κινήσεις αυτές πυροδοτούν ήδη ένα έντονο κλίμα νέων ανατιμήσεων στην αγορά. Αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση δίνει μόνο εικονική μάχη κατά της ακρίβειας και ότι στην πραγματική μάχη ζωής για το αύριο είναι απούσα, αφήνοντας τους πολίτες στην τύχη τους με την ανεξέλεγκτη λειτουργία της αγοράς και την ουσιαστική τροφοδότηση του φαύλου κύκλου των αυξήσεων. Η συνεχής μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, τα προγράμματα λιτότητας, οι αυξημένοι φόροι, θα εντείνουν τέλος την κατάσταση ασφυξίας στην αγορά. Η βιωσιμότητα της μικρομεσαίας Επιχείρησης Λιανικού Εμπορίου καθίσταται ιδιαίτερα προβληματική. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν λαμβάνει υπ’ όψιν της τις συστάσεις της Ε.Ε. για την αποφυγή μέτρων που θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις Μ.Μ.Ε.αλλά προετοιμάζει μέτρα, (όπως με το ωράριο λειτουργίας) που θα εντείνουν τα προβλήματά τους και φυσικά θα ενισχύσουν μονομερώς την ανταγωνιστικότητα μόνο των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Φυσικά την ίδια ώρα λείπει δραματικά κάθε πολιτική, κάθε στρατηγική που εγγυάται και να προωθεί την Ανάπτυξη, την ενίσχυση της Ανταγωνιστικότητας και των επενδύσεων, την διασφάλιση του μέλλοντος της ελληνικής παραγωγής, των ελληνικών επιχειρήσεων και φυσικά της απασχόλησης σ’ αυτές. Για όλους τους παραπάνω λόγους: ΕΠΕΡΩΤΑΤΑΙ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ Α. Γιατί δεν λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα συγκράτησης του κύματος των αυξήσεων και αφήνει την αγορά να λειτουργήσει ανεξέλεγκτα ευνοώντας το παραεμπόριο, την κερδοσκοπία, την λαθρεμπορία. Β. Γιατί δεν φροντίζει να διασφαλιστεί ο υγιής ανταγωνισμός στα πλαίσια κανόνων για την αγορά και δεν παρεμβαίνει εκεί που πραγματικά υπάρχουν φαινόμενα συγκέντρωσης δυνάμεων και εναρμονισμένων πρακτικών. Γ. Γιατί με την πολιτική της κυβέρνησης μειώνεται η ρευστότητα στην αγορά, μειώνεται η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, και οδηγούνται σε αδιέξοδο οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δ. Γιατί η κυβέρνηση προχωρά σε ρυθμίσεις και αποφάσεις για το ωράριο, χωρίς να σεβαστεί τις απόψεις των φορέων της παραγωγής και της κοινωνίας. Ε. Γιατί επί ένα χρόνο δεν εκδόθηκαν τα Π.Δ. και οι Υπουργικές αποφάσεις προκειμένου να εφαρμοστεί ο Ν.3190. Οι Επερωτώντες Βουλευτές Ροδούλα Ζήση Χρήστος Πρωτόπαπας Βασίλης Κεγκέρογλου Δημήτρης Πιπεργιάς Γιώργος Ανωμερίτης Βαγγέλης Αργύρης Χρήστος Βερελής Δημήτρης Γεωργακόπουλος Ιωάννης Διαμαντίδης Ιωάννης Δριβελέγκας Βασίλης Έξαρχος Μιχάλης Καρχιμάκης Θεόδωρος Κολιοπάνος Κίμωνας Κουλούρης Δημήτρης Κουσελάς Στάθης Κουτμερίδης Λάζαρος Λωτίδης Ανδρέας Μακρυπίδης Ιωάννης Μανιάτης Αθανασία Μερεντίτη Αθανάσιος Μωραϊτης Αθανάσιος Παπαγεωργίου Χρήστος Παπουτσής Παναγιώτης Ρήγας Παναγιώτης Σγουρίδης Αναστάσιος Σιδηρόπουλος Κώστας Σκανδαλίδης Εμμανουήλ Στρατάκης Στέφανος Τζουμάκας Βασίλης Τόγιας Άκης Τσοχατζόπουλος Απόστολος Φωτιάδης Φώτης Χατζημιχάλης Νίκος Χριστοδουλάκης |