Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Η Βουλή

ΘΕΜΑ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚκ. Δ. ΚΟΥΣΕΛΑ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΡΤ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 24/11/2005
ΤΥΠΟΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ Ομιλία

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚκ. Δ. ΚΟΥΣΕΛΑ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ,
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΡΤ ΚΑΙ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ως νέος Βουλευτής, περίμενα οι διαδικασίες που ακολουθούνται στο Κοινοβούλιο να με διδάξουν αρχές, κανόνες και δεοντολογία. Δυστυχώς, αυτό δεν συμβαίνει. Το λέω αυτό ιδιαίτερα μετά τη χθεσινή συζήτηση που είχαμε εδώ στη Βουλή, στα πλαίσια της οποίας φάνηκε πως συμφωνήσαμε ομόφωνα ότι δεν θα ξαναέλθουν στην Ολομέλεια της Βουλής τροπολογίες άσχετες με το αντικείμενο της συζήτησης, ή τουλάχιστον ότι αυτό δεν θα γίνει δίχως τη σύμφωνη γνώμη όλων των κομμάτων.

Σήμερα ωστόσο συζητάμε μια ακόμα τροπολογία, άσχετη με το κύριο αντικείμενο της συζήτησής μας. Συνεχίζεται δηλαδή η πρακτική για την οποία ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας είπε χθες –και πολύ σωστά- : «Εντάξει, συγχωρήστε μας, μια φορά αμαρτήσαμε και εμείς».

‘Ομως, πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις, κύριε Υπουργέ, βλέπουμε σήμερα να αμαρτάνετε για δεύτερη φορά… Το λέω αυτό γιατί δεν βλέπω -και κανείς δεν βλέπει- ποιο είναι το «επείγον» της τροπολογίας που αφορά στην αύξηση της εισφοράς υπέρ της ΕΡΤ.

Ποιο είναι αλήθεια το «επείγον»; Δεν μπορούσε αυτή η συζήτηση να γίνει στο πλαίσιο κάποιου άλλου νομοσχεδίου, ώστε να δοθεί η δυνατότητα και στην Κυβέρνηση και στα πολιτικά κόμματα να επιχειρηματολογήσουν για το σωστό ή το λάθος αυτής της αύξησης;

Το μόνο που εγώ βλέπω ως «επείγον» και ως αυτό που δικαιολογεί αυτή την άσχετη τροπολογία είναι να μην υποστεί η Κυβέρνηση το πολιτικό κόστος των επιλογών της από την τροπολογία αυτήν καθ’ αυτήν. Μια τροπολογία ουσιαστικά απαράδεκτη, γιατί έρχεται σε μια χρονική στιγμή που η Κυβέρνηση με τον Προϋπολογισμό που κατέθεσε στη Βουλή καταδικάζει τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους μισθωτούς και τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις όχι μόνο να μην πάρουν αυξήσεις, αλλά και να υποστούν σοβαρή μείωση στο πραγματικό τους εισόδημα.
Έρχεται, λοιπόν, η Κυβέρνηση να επιβάλλει αύξηση της τάξης του 30% στην εισφορά για την ΕΡΤ, με την επιχειρηματολογία ότι η ΕΡΤ προσφέρει ποιοτικά καλές υπηρεσίες -και αυτό αναγνωρίζεται. Μα, αν την ίδια ή παρεμφερή επιχειρηματολογία χρησιμοποιούσαν και τα ιδιωτικά κανάλια και τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης, καταλαβαίνετε τι θα μπορούσε να υποστεί ο ελληνικός λαός!

Εν πάσει περιπτώσει, κύριε Υπουργέ, εάν θέλατε και αν είναι πράγματι ανάγκη να ενισχυθεί η ΕΡΤ, να αναλάβετε αυτό το κόστος μέσα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Είναι απαράδεκτο να έρχεστε ειδικά στην παρούσα συγκυρία και να θέλετε να χρεώσετε, ιδιαίτερα τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις, και με άλλα χαράτσια.
Σχετικά με το ζήτημα που συζητάμε, τη δημιουργία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, πράγματι αυτό ήταν ένα χρόνιο αίτημα και των επιμελητηρίων και των εργαζομένων και του επιχειρηματικού κόσμου.

Εγώ δεν θα αναφερθώ στο τι είχε γίνει και σε ποιο σημείο είχαμε φθάσει στις μέρες του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για το Γενικό Εμπορικό Μητρώο. Τα είπε ήδη -και πολύ καλά-, ο κ. Κοσμίδης.
Εκείνο που ήθελα να επισημάνω είναι ότι, με βάση και τα όσα ακούστηκαν, το σχέδιο νόμου που συζητάμε αυτήν τη στιγμή είναι σίγουρα καλύτερο του αρχικά εμφανισθέντος από την Κυβέρνηση, υπολείπεται όμως κατά πολύ των αναγκών του επιχειρηματικού κόσμου.

Υπολείπεται, γιατί δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων που υπάρχει σήμερα, δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα γραφειοκρατίας στις σχέσεις των επιχειρήσεων και του δημοσίου.
Να δούμε, τι ζητάει ο εμπορικός κόσμος και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις;

Θέλουν να διευκολύνονται στις συναλλαγές τους με το Δημόσιο όσο γίνεται περισσότερο, να υπάρχει απλοποιημένο επιχειρηματικό περιβάλλον, με διαφάνεια και ασφάλεια στην άσκηση της εμπορικής τους δραστηριότητας. Είναι επίσης αναγκαίο να υπάρξει μια πιστοποιημένη τράπεζα πληροφοριών, αξιόπιστη και προσβάσιμη και από τις επιχειρήσεις και από τους πολίτες.
Τέλος, είναι αναγκαίο, με βάση και τις δικές σας δεσμεύσεις, τα επιμελητήρια να μετατραπούν σε υπηρεσίες μιας στάσης (one stop shops).

Δυστυχώς, από ότι προκύπτει από τις διατάξεις του νομοσχεδίου που συζητάμε, τα παραπάνω δεν υλοποιούνται αποτελεσματικά.

Κατ’ αρχήν, όπως διαπιστώθηκε και από τους άλλους συναδέλφους, δεν υπάρχει η υποχρεωτική εγγραφή κοινοπραξιών και των αστικών επιχειρήσεων που προβλέπει το άρθρο 784 του Αστικού Κώδικα, ώστε να υπάρξει ενιαία αντιμετώπιση.

Διατηρούνται αρμοδιότητες Υπουργείων, όπως του Υπουργείου Ανάπτυξης, του Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και των αντίστοιχων επιχειρήσεων. Μία σειρά από αρμοδιότητες που θα έπρεπε ίσως να φύγουν από τις Νομαρχίες, από τα Πρωτοδικεία και από άλλους εμπλεκόμενους φορείς, διατηρούνται.

Τέλος, για τη σωστή λειτουργία των υποδομών του Γενικού Μητρώου, δεν συγκεκριμενοποιούνται τα ζητήματα που αφορούν στους πόρους. Η πρόβλεψη του σχεδίου νόμου είναι ότι οι υπηρεσίες που δημιουργούνται τόσο στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων όσο και στα κατά τόπους επιμελητήρια, θα συντηρούνται, για τη λειτουργία τους, από ίδια έσοδα.

Η θέσπιση του τέλους καταχώρησης, του τέλους μεταβολής, του τέλους έκδοσης εγγράφων θα επιβαρύνει τις επιχειρήσεις και μάλιστα χωρίς καμία διάκριση όσον αφορά τις μεγάλες, τις μικρές και τις πολύ μικρές.

Πως θα τα βγάλουν πέρα οι επιχειρήσεις, που ήδη αντιμετωπίζουν σωρεία προβλημάτων που δεν σχετίζονται μόνο με τον άνισο ανταγωνισμό, με τη φορολογία αλλά και με μια σειρά από άλλα ζητήματα, τη στιγμή που θα υποχρεώνονται να πληρώνουν την εγγραφή τους στο μητρώο επωνυμιών, την ετήσια συνδρομή και το νέο τέλος που θα κληθούν να καταβάλουν στο Γενικό Μητρώο;
Ζητάμε -και νομίζω ότι είναι δίκαιο- να εξαιρεθούν των τελών οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις. Δεν είναι δυνατόν, κύριε Υπουργέ, ο μπάρμπα Μήτσος και ο μπάρμπα Γιώργης του Μίνι μάρκετ να πληρώνουν τα ίδια τέλη με τη Χαλυβουργική!

Είμαστε αντίθετοι με τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων για την οργάνωση και την εποπτεία της βάσης ή των βάσεων που πρέπει να δημιουργηθούν σε κάποιο Επιμελητήριο που φαίνεται ότι «φωτογραφίζεται» στο σ/ν – δηλαδή στο ΕΒΕΑ.

Κλείνω με την τροποποίηση της επιμελητηριακής νομοθεσίας. Δυστυχώς η Κυβέρνηση δεν υιοθέτησε τις προτάσεις του επιχειρηματικού κόσμου και των εργαζομένων και δεν αξιοποίησε τη δουλειά που έγινε μέχρι σήμερα από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., ώστε να υπάρξει πραγματικός εκσυγχρονισμός, να δημιουργηθεί νέα πνοή και δυναμική στην επιμελητηριακή νομοθεσία.

Πρέπει να αναβαθμιστεί ο θεσμικός ρόλος των Επιμελητηρίων αλλά και της Κεντρικής Ένωσής τους, με την κατοχύρωση και τη διεύρυνση της γνωμοδοτικής τους δυνατότητας. Ιδιαίτερα, σε ότι αφορά στα Επιμελητήρια, με τη συμμετοχή τους σε διοικητικά συμβούλια ή επιτροπές που χειρίζονται θέματα των μελών τους.
Πρέπει να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο των επιμελητηρίων πολλών ταχυτήτων και τέλος πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα ειδικό αναπτυξιακό κεφάλαιο από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, με τη συμμετοχή και των Επιμελητηρίων, για να μπορεί να στηρίξει τις πρωτοβουλίες τους σε επίπεδο Νομού.
Ακόμα -και κλείνω μ’ αυτό-, δεν πρέπει να προχωρήσει η διάσπαση των Επιμελητηρίων σε νομούς με πληθυσμό πάνω από 250.000 κατοίκους.

Βρισκόμαστε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου οι συγχωνεύσεις και οι συνενώσεις δίνουν και παίρνουν. Εμείς όμως μπαίνουμε στη λογική του «διαίρει και βασίλευε» ή στη λογική της καρέκλας, γιατί δεν μπορώ να καταλάβω ποια άλλη σκοπιμότητα θα μπορούσε να εξυπηρετήσει αυτή η διάσπαση.
Τέλος, πρέπει να ξεκαθαριστεί ρητώς, κύριε Υπουργέ, ότι οι βιοτέχνες δεν θα πληρώνουν το 3% για τον ΣΕΒ. Γι’ αυτό το θέμα πρέπει να κάνετε ρητή δήλωση, ώστε να καταγραφεί στα Πρακτικά.