Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Τύπος

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 6/4/2006
Εφημερίδα ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ 06 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2006

Δ. ΚΟΥΣΕΛΑΣ
«
Να καταργηθεί η συμμετοχή των δικαιούχων του ΕΚΑΣ,
των ασφαλισμένων με την κατώτατη σύνταξη του ΟΓΑ
και των ανέργων στη δαπάνη για φάρμακα»

Εφημερίδα ΦΩΝΗ 06 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2006

«Υπέρμετρα θα αυξηθούν οι τιμές των φαρμάκων
με το νέο νομοσχέδιο»
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ
ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Εφημερίδα ΘΑΡΡΟΣ 06 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2006

Ο Δ. ΚΟΥΣΕΛΑΣ ΖΗΤΑ
«
Να καταργηθεί η συμμετοχή στα φάρμακα
ορισμένων κατηγοριών ασφαλισμένων»

Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 06 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2006

Ο ΔΗΜ. ΚΟΥΣΕΛΑΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
«Κίνδυνος ασυδοσίας στην αγορά του φαρμάκου»

Τον κίνδυνο να επικρατήσει ασυδοσία στην αγορά του φαρμάκου με τις νέες ρυθμίσεις, επεσήμανε ο βουλευτής Δημ. Κουσελάς κατά τη συζήτηση νομοσχεδίου στη Βουλή.

Ο κ. Κουσελάς αγορεύοντας ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής:

«Ο χώρος της υγείας και του φαρμάκου είναι ένας χώρος ευαίσθητος, με πολλά και μεγάλα προβλήματα. Δεν μπορεί αυτός ο χώρος να αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακά τρικ και τεχνάσματα. Αυτή η πολιτική είναι μία πολιτική που έχει κοντά ποδάρια. Θα ξεφουσκώσει σε μία νύχτα, όπως ξεφούσκωσε πυορροούσα η επικοινωνιακή φούσκα, την οποία είχε κατασκευάσει ο προκάτοχός σας!

Η πρώτη παρατήρηση που θέλω να κάνω -παρατήρηση που άλλωστε διατύπωσε και η ΟΚΕ- είναι ότι με αυτό δεν εξασφαλίζεται ομαλή μετάβαση από το υφιστάμενο σύστημα φαρμακευτικής περίθαλψης στο νέο.

Η κατάργηση της λίστας και του προληπτικού ελέγχου, που προβλέπει το νομοσχέδιο, δεν συμπίπτει χρονικά με την εφαρμογή του νέου συστήματος προσδιορισμού των τιμών και των ενιαίων διαδικασιών συνταγογράφησης, που προβλέπεται ότι θα υπάρξει. Η μηχανογράφηση, δηλαδή ο καθορισμός των θεραπευτικών ομάδων, ο προσδιορισμός τιμής αναφοράς και ανάκτησης ανά ομάδα και ανά φάρμακο, είναι διαδικασία η οποία σε κάθε περίπτωση θα καθυστερήσει και δεν θα ολοκληρωθεί με την κατάργηση του υφιστάμενου τρόπου και της υφιστάμενης διαδικασίας.

Ο κίνδυνος, λοιπόν, να επικρατήσει ασυδοσία και να επιβαρυνθούν τα ασφαλιστικά ταμεία σε αυτό το μεταβατικό χρονικό διάστημα, είναι πάρα πολύ μεγάλος, πόσο δε μάλλον όταν τα ασφαλιστικά ταμεία δεν έχουν τη δυνατότητα να διαπραγματευτούν ενιαία απέναντι στους φαρμακοβιομήχανους και τους φαρμακέμπορους. Αλλωστε, η εισηγητική έκθεση του σχεδίου νόμου δεν έχει καμία οικονομική εκτίμηση για το κόστος και τις επιπτώσεις, για τα ασφαλιστικά ταμεία, όλων αυτών των ρυθμίσεων.

Δεύτερη παρατήρηση: Δυστυχώς, ούτε και με αυτό το σχέδιο νόμου, που επί δύο χρόνια τώρα μηρυκάζει, θα έλεγα, η Νέα Δημοκρατία, θεσπίζεται μία ολοκληρωμένη και πλήρως μηχανογραφημένη διοικητική δομή άσκησης της φαρμακευτικής πολιτικής, είτε μέσω του ΕΟΦ είτε μέσω των ταμείων είτε μέσω της πολιτικής των τιμών. Μία διοικητική δομή που να υπάγεται σε ένα υπουργείο, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Eνωσης. Μάλιστα, όχι μόνο δεν αναβαθμίζεται, αλλά υποβαθμίζεται ο ΕΟΦ, ο οποίος έπρεπε να έχει κεντρικό επιστημονικό και διοικητικό ρόλο στην εφαρμογή της φαρμακευτικής πολιτικής.

Τρίτο, αυτό το νομοσχέδιο σε καμία περίπτωση δεν διαμορφώνει καλύτερες προϋποθέσεις φαρμακευτικής περίθαλψης για τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις. Εμείς συμφωνούμε στην κατάργηση των περιττών διαδικασιών θεώρησης κ.λπ. και όλης εκείνης της γραφειοκρατίας, η οποία ταλαιπωρεί τους πολίτες και τους ασφαλισμένους. Δεν πρέπει όμως -και νομίζω ότι το πιστεύετε κι εσείς- να καταλήξουμε σε ανεξέλεγκτη συνταγογράφηση, που πρώτον, θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιρειών και, δεύτερον, θα οδηγεί συνεχώς σε ακριβότερα φάρμακα, άρα και σε αυξημένη επιβάρυνση των ασφαλισμένων.

Τέταρτο, θεωρούμε απαραίτητο να καταργηθεί πλήρως η συμμετοχή των δικαιούχων του ΕΚΑΣ, αλλά και των ασφαλισμένων με την κατώτατη σύνταξη του ΟΓΑ, των ανέργων και κάποιων ευπαθών ομάδων του πληθυσμού στη φαρμακευτική δαπάνη. Αντίθετα, μ’ αυτό το σχέδιο νόμου οδηγούμαστε σε αύξηση της τιμής των φαρμάκων και της κατανάλωσής τους σε αξίες, άρα και της οικονομικής επιβάρυνσης όλων ανεξαιρέτως των ασφαλισμένων -αυτό είναι ένα μείζον πρόβλημα- και μάλιστα σε αύξηση της τιμής μέσα από διαδικασίες αδιαφάνειας και διαφθοράς -θέλω να το τονίσω αυτό- που θα προκύψουν από τις διορισμένες από τον υπουργό «επιτροπές διαφάνειας», που συστήνει το εν λόγω νομοσχέδιο.

Πέμπτο, θεωρούμε επίσης αναγκαίο να υπάρξει κάλυψη και για τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, καθώς και για τα φάρμακα που συνδέονται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, εφόσον αυτά χορηγούνται με συνταγή γιατρού και εντάσσονται στο θεραπευτικό πρωτόκολλο.

Εκτο, θα έπρεπε το σχέδιο νόμου να διασφαλίζει υποδομές εντοπισμού φθηνότερων, αλλά εξίσου αποτελεσματικών φαρμάκων και επιστημονικά υπεύθυνη συνταγογράφηση, ώστε να αποθαρρύνεται η πολυφαρμακία και η δημιουργία τεχνητών ελλείψεων ή τεχνητής αύξησης της ζήτησης, που μόνο τις πολυεθνικές εταιρείες φαρμάκων ωφελούν, όχι τους ασφαλισμένους και τα ταμεία τους!

Τέλος, θα έπρεπε, όπως σωστά επισημαίνει η ΟΚΕ, να λυθεί το σοβαρό πρόβλημα των εφημεριών των φαρμακείων, ώστε να μην ταλαιπωρούνται οι ασφαλισμένοι στις ώρες κατά τις οποίες δεν λειτουργούν τα φαρμακεία και εφημερεύουν μόνον ορισμένα.

Δυστυχώς, με το νομοσχέδιο που φέρνετε σήμερα για συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια, τίποτα από τα παραπάνω δεν διασφαλίζεται. Δεν αντιμετωπίζονται τα σοβαρά προβλήματα της ανεξέλεγκτης αύξησης των τιμών και της αύξησης της φαρμακευτικής δαπάνης.

Ακόμα, ενώ καταργήσατε –θεωρητικά- τον προηγούμενο τρόπο διαμόρφωσης των τιμών, ο νέος τρόπος δεν έχει ισχύσει και πάμε για έναν ακόμα πιο νέο, με άδηλο κυριολεκτικά το μέλλον σχετικά με τη διαμόρφωση των τιμών. Νομίζω ότι όλοι χτυπήσαμε τον κώδωνα του κινδύνου για την υπέρμετρη αύξηση των τιμών. “Το φάρμακο θα γίνει φαρμάκι”, όπως χαρακτηριστικά είπε κάποιος συνάδελφος που μίλησε πριν, μέσα από τις διαδικασίες που φαίνεται ότι θα υιοθετηθούν. Η φαρμακευτική δαπάνη, όπως ανέφερε ο εισηγητής μας, μόνο κατά τα τελευταία δύο χρόνια, το 2004 και το 2005, αυξήθηκε από 4,4 δισ. ευρώ σε 6,1 δισ. ευρώ, δηλαδή σε δύο χρόνια είχαμε αύξηση κατά 1,7 δισ. ευρώ!

Κλείνοντας, δηλώνω ότι καταψηφίζουμε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο επί της αρχής και επιφυλασσόμαστε για την κατ’ άρθρο συζήτηση»