Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Τύπος

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 24/11/2010

Εφημερίδα ΦΩΝΗ

Να αξιοποιήσουν οι τράπεζες τη ρευστότητα για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας.

Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ


Οι τράπεζες να στηρίξουν τη πραγματική οικονομία

 

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών υποθέσεων της Βουλής, του νομοσχεδίου για την κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Ρύθμιση Θεμάτων Χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα» ο βουλευτής Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ κ. Δημήτρης Κουσελάς αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στα ακόλουθα:

«Μετά το ουσιαστικό κλείσιμο της διατραπεζικής αγοράς, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει δύο πηγές άντλησης ρευστότητας: Την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον λεγόμενο Έκτακτο Μηχανισμό Παροχής Ρευστότητας,  τον ELA.  Εδώ και αρκετούς μήνες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πιέζει τις ελληνικές τράπεζες, ζητώντας τους όλο και περισσότερες εγγυήσεις και προβάλλοντας σαν αιτία την περαιτέρω απαξίωση των ελληνικών ομολόγων. Η αξίωση όμως αυτή εντείνει το «στραγγαλισμό» της ελληνικής οικονομίας, καθώς οι τράπεζες, αδυνατώντας να προσκομίσουν νέες εγγυήσεις αποδεκτές από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι υποχρεωμένες να της επιστρέψουν μέρος της ρευστότητας που έχουν λάβει από αυτήν. (…)

Για να καλυφθούν οι ανάγκες ρευστότητας των τραπεζών και να αποφευχθεί μία ακόμα μεγαλύτερη απομόχλευση, που ισοδυναμεί με πλήρη «στραγγαλισμό» της πραγματικής οικονομίας, κρίθηκε επιτακτικά αναγκαίο να ενισχυθούν οι τράπεζες με εγγυήσεις του Δημοσίου, οι οποίες μπορούν να τους προσφέρουν περισσότερη ρευστότητα από τον ‘Εκτακτο Μηχανισμό. Ωστόσο η προσφυγή στον έκτακτο  μηχανισμό μόνο πρόσκαιρα μπορεί να ανακουφίσει την έλλειψη ρευστότητας καθώς ο ELA έχει σαφώς χαμηλότερο δυναμικό χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αλλά και υψηλότερο επιτόκιο, 3,5% έναντι 1,5% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. (…)  Ουσιαστικά, οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν σήμερα έναν ασφυκτικό κλοιό, καθώς οι καταθέσεις απομειώνονται. Μιλάμε για μείωση κατά 26,4 δις ευρώ των καταθέσεων των νοικοκυριών και επιχειρήσεων στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου, συν σημαντική μείωση των καταθέσεων του Δημοσίου σε επίπεδο κάτω του ενός δισεκατομμυρίου το τελευταίο διάστημα, από τη στιγμή που δεν έχει ακόμα καταβληθεί η 6η δόση.

Ήδη τον Σεπτέμβριο οι τράπεζες άντλησαν 26,6 δις ευρώ από τον έκτακτο μηχανισμό παροχής ρευστότητας, έναντι 6,2 δις ευρώ που είχαν λάβει στα τέλη Αυγούστου. Η σημαντική αυτή άντληση συνδέεται με την αυξημένη διαρροή καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών κατά τον ίδιο μήνα, η οποία δεν πρέπει να αποδοθεί πλέον στη φυγή μεγάλων ποσών καταθέσεων στο εξωτερικό, όπως αντίθετα συνέβη το 2010, αλλά κυρίως στη χρησιμοποίηση των καταθέσεων για την κάλυψη των αυξημένων τρεχουσών αναγκών, νοικοκυριών και επιχειρήσεων, λόγω της σημαντικής μείωσης εισοδημάτων, (χωρίς ανάλογη, βέβαια, μείωση των τιμών και του κόστους διαβίωσης…) για την αναγκαία εκπλήρωση αλλεπάλληλων έκτακτων φορολογικών υποχρεώσεων ή την προσπάθεια στήριξης του επιπέδου διαβίωσης. (…)

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο πρόβλημα κεφαλαιοποίησης -και μάλιστα με επίτευξη κεφαλαιακού δείκτη 10%-, είναι και ένα συνεχές πρόβλημα ρευστότητας, όσο μειώνονται οι αποταμιεύσεις και δεν λειτουργεί ομαλά η διατραπεζική αγορά. Είναι μάλιστα σοβαρότατο πρόβλημα, εφόσον θέλουμε να μιλάμε για τράπεζες που θα επιτελούν το πρωταρχικό τους ρόλο στη χρηματοδότηση της οικονομίας και της ανάπτυξης -και όχι για τράπεζες «ζόμπι»!

Οι καταθέσεις, σε αυτά τα πλαίσια που διαμορφώνονται σήμερα, είναι ένα κρίσιμο μέγεθος, που δεν πρέπει να αποδεκατιστούν από περαιτέρω πολιτικές λιτότητας ή από το αίσθημα ανασφάλειας που δυστυχώς συνεχίζει να διακατέχει τους αποταμιευτές, μετά από τις άστοχες δηλώσεις των εταίρων μας για την προοπτική της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Γιατί, παρά τις πολλαπλές εγγυήσεις που έχουν μέχρι σήμερα δοθεί στους καταθέτες, οι σοβαρές περικοπές του εισοδήματος, ο φόβος για την απώλεια εργασίας και για το μέλλον της ίδιας της Ευρωζώνης, συνεχίζουν να λειτουργούν αποσταθεροποιητικά, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, όπου οι καταθέσεις αυξάνονται. (…)

Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς αξιοποιήθηκαν τα ποσά που δόθηκαν μέσω του ELA, που ήδη ξεπερνούν τα 30 δις ευρώ και πώς αξιοποιήθηκαν τα 106 δις ευρώ, που έχουν ήδη αντληθεί από τις τράπεζες, από το  ξεκίνημα της κρίσης μέχρι σήμερα; Τι ποσοστό από αυτά πήγε -όπως προοριζόταν- σε χορηγήσεις, σε στήριξη της πραγματικής οικονομίας;

Κύριε Υπουργέ, εάν η συγκεκριμένη ρευστότητα διοχετεύεται στην κάλυψη άλλων αναγκών των τραπεζών, δηλαδή σε προβλέψεις για επισφάλειες, σε κεφαλαιακή ενίσχυση ενόψει του «κουρέματος», ώστε να αποφύγουν πάση θυσία την κρατικοποίηση  μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και την απώλεια ελέγχου από τις διοικήσεις τους, τότε κάνουμε μία «τρύπα στο  νερό» για την ενίσχυση της ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας, που είναι και το ζητούμενο!

Θα πρέπει, λοιπόν -και το υπογραμμίζω- να υπάρξουν πρόσθετες προϋποθέσεις χορήγησης αυτής της ρευστότητας, ώστε πραγματικά να πηγαίνει εκεί που επιτακτικά επιβάλλεται να πάει, δηλαδή στη χρηματοδότηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων…»