Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Τύπος

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 6/3/2003

Εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ  6 Μαρτίου 2003  

                   Η αντιμετώπιση της ανεργίας μέσα από την αγροτική ανάπτυξη

   ΕΙΣΗΓΗΣΗ Δ. ΚΟΥΣΕΛΑ ΣΕ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ

    Την "αντιμετώπιση της ανεργίας μέσα από την αγροτική ανάπτυξη και τη συγκράτηση του πληθυσμού", αφορούσε η εισήγηση του προέδρου της ΟΤΟΕ Δημ. Κουσελά στην ημερίδα για τον αγροτικό τομέα που πραγματοποίησε το Σάββατο στην Καλαμάτα το Ινστιτούτο Εργασίας ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ Περιφέρειας Πελοποννήσου
    Συγκεκριμένα, στην εισήγησή του ο κ. Κουσελάς, ανέφερε:
 "1. Η σημασία της αγροτικής ανάπτυξης για τη βελτίωση της ευημερίας στο Νομό μας. 
Η σημασία του πρωτογενούς τομέα στα οικονομικά μεγέθη και στην απασχόληση της χώρας μας είναι αναμφισβήτητη. Με συμβολή 11-12% στο ΑΕΠ, 17% στην απασχόληση και 30% στο σύνολο των εξαγωγών μας, ο τομέας αυτός διεκδικεί την προσοχή μας σήμερα και στο μέλλον.
· ·       Ως παράγων διατήρησης της κοινωνικής και της οικονομικής συνοχής.
· ·       Ως πεδίο δημιουργίας ευκαιριών απασχόλησης για τους νέους μας στον τόπο καταγωγής τους, δεδομένου ότι σε πολλούς νομούς της χώρας η αγροτική παραγωγή και απασχόληση συνεισφέρουν πάνω από το 50% του συνόλου της παραγωγικής δραστηριότητας και της απασχόλησης των νομών αυτών.
· ·       Ως μόνη, ουσιαστικά, διέξοδος απασχόλησης στην πλειοψηφία των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών της χώρας μας, που καλύπτουν το 61,7% της συνολικής απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα.
· ·       Ως μοχλός και ως βασική προϋπόθεση για οποιαδήποτε προσπάθεια περιφερειακής ανάπτυξης στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επικράτειας.
    Μπροστά στις προκλήσεις των καιρών, όπως είναι η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου, η αναμόρφωση της ΚΑΠ, η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με νέα μέλη, αλλά και η μετάβαση σε νέα στοιχεία ανταγωνιστικότητας και σε νέες προτιμήσεις των καταναλωτών, γίνεται πιο επιτακτική η ανάγκη της ουσιαστικής περιφερειακής ανάπτυξης, Η ανάπτυξη ιδιαίτερα εκείνων των περιοχών, όπως η Μεσσηνία, που παρά τη δυναμική τους παρουσία στον αγροτικό τομέα εξακολουθούν να παρουσιάζουν δείκτες ευημερίας, που υστερούν σημαντικά από τους αντίστοιχους μέσους όρους της χώρας.
Ενδεικτικά παραθέτω εδώ ορισμένα συγκριτικά δεδομένα:
       Ο νομός Μεσσηνίας συγκεντρώνει το 1,6% του συνολικού πληθυσμού της χώρας και παράγει το 1,1% του ΑΕΠ. Μεταξύ των απογραφών 1991 και 2001 ο πληθυσμός του Νομού αυξήθηκε κατά 3,5%, αλλά παραμένει σταθερός από το 1995 και μετά, με 172.825 κατοίκους, εκ των οποίων πάνω από το 1/3 εντάσσεται στον αγροτικό πληθυσμό, ενώ το 1991 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία), ο αγροτικός πληθυσμός ήταν το 54% του συνολικού στο νομό μας, δηλ. περίπου 90.000 άτομα.
          Με κατά κεφαλήν προϊόν 2,9 εκατ. δρχ (8.510,6 Ευρώ), ο νομός μας έρχεται 50ός στην κατάταξη των 52 νομών της Ελλάδας, αντιστοιχώντας στο 72% του μέσου κατά κεφαλή προϊόντος το 2001, έναντι 92% το 1991, με σαφή δηλαδή επιδείνωση σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.
          Ανάλογες υστερήσεις σημειώνονται στα μεγέθη του νομού μας σε σχέση με τους εθνικούς μέσους όρους και σε άλλους δείκτες ευημερίας, (κατανάλωση ηλεκτρ. ρεύματος, αυτοκίνητα ανά 100 κατοίκους, μαθητές και εκπαιδευτική υποδομή κλπ), ενώ το δηλωθέν εισόδημα ανά κάτοικο ανέρχεται στο 64% του εθνικού μέσου όρου.
          Δυστυχώς δεν διατίθενται πρόσφατα και αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με την απασχόληση, την ανεργία και την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού κατά τομέα δραστηριότητας στο νομό μας. Τέτοια στοιχεία είναι ωστόσο απαραίτητα για να μιλήσουμε συγκροτημένα, πόσο μάλλον για να σχεδιάσουμε, εξειδικευμένες πολιτικές και μέτρα συγκράτησης της νεολαίας στον τόπο της, με ουσιαστικές ευκαιρίες απασχόλησης σε συγκεκριμένους τομείς και δραστηριότητες του νομού μας. 
Ελλείψει των κατάλληλων δεδομένων για την απασχόληση στον αγροτικό τομέα, θα δώσω μια συνοπτική εικόνα των κυριότερων παραγωγικών δραστηριοτήτων του νομού, από τις οποίες έμμεσα συνάγεται και η σημασία αυτών των δραστηριοτήτων για την απασχόληση. Το 1990 στη γεωργία αντιστοιχούσε το 1/4 του προϊόντος του Νομού, ποσοστό που το 1998 περιορίστηκε σε 12% . Το σύνολο των καλλιεργούμενων εκτάσεων ανέρχεται σήμερα σε 1.120.958 στρέμματα, μειωμένο κατά 204.000 στρέμματα περίπου, σε σχέση με το 1992. Η Μεσσηνία είναι η 2η παραγωγός περιοχή ελαιολάδου με 12% της παραγωγής της χώρας και η 7η στη παραγωγή πατάτας με 4% το 1999. Η παραγωγή ελαιολάδου ανέρχεται σε 56.312 τόνους από 16.000.000 ελαιόδενδρα φυτεμένα σε συνολική έκταση 960.000 στρεμμάτων. Σημαντικό προϊόν είναι επίσης τα σύκα, με καλλιεργούμενες εκτάσεις 17.000 στρεμμάτων με 330.000 δένδρα και παραγωγή 3.500 τόνων. Ακόμα, η παραγωγή κρασιού ανέρχεται σε 30.000 τόνους, με καλλιεργούμενες εκτάσεις αμπελιών 29.000 στρ. περίπου. 
Τα τελευταία χρόνια πέρα από τις παραδοσιακές καλλιέργειες αναπτύσσονται δυναμικά οι καλλιέργειες:
· ·        Του καρπουζιού με 12.000 στρέμματα, 60.000 τόνους παραγωγής και εξαγωγές που φτάνουν τις 30.000 τόνους.
·
·        Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες που καλύπτουν 3.200 στρέμματα και κατατάσσουν το νομό μας 3ο στη χώρα στον τομέα αυτό.
·
·        Τα υπαίθρια κηπευτικά με καλλιεργούμενες εκτάσεις πάνω από 10.000 στρέμματα.

  2. Διαρθρωτικά προβλήματα του αγροτικού τομέα στη Μεσσηνία.
Παρά τις όποιες προσπάθειες έχουν γίνει προς την κατεύθυνση βελτίωσης τις αγροτικής παραγωγής (νέες τεχνικές καλλιέργειας, εθνικά και κοινοτικά αναπτυξιακά προγράμματα, έργα υποδομής κλπ) οι διαρθρωτικές αδυναμίες του αγροτικού τομέα στην περιοχή μας δεν έχουν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μέχρι σήμερα ούτε και τα κρίσιμα ζητήματα της εμπορίας, διακίνησης και οργάνωσης της παραγωγής.
Μία βασική διαρθρωτική αδυναμία του τομέα στη χώρα και στο Νομό μας, είναι ο πολύ μεγάλος αριθμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων μικρής έκτασης. Το μέσο φυσικό μέγεθος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων παραμένει σχεδόν σταθερό, περίπου στο 1/4 του μέσου κοινοτικού όρου και ο αριθμός τους κρίνεται ιδιαίτερα υψηλός.
    Ο κατακερματισμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων αποτελεί βασικό παράγοντα του υψηλού καλλιεργητικού κόστους και ανασχετικό παράγοντα σε κάθε προσπάθεια βελτίωσης της αποδοτικότητάς τους. Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο οι νέοι απωθούνται από το γεωργικό επάγγελμα. Πράγματι, η μικρής έκτασης αγροτική εκμετάλλευση, με εξαίρεση τα θερμοκήπια, δεν δίνει ικανοποιητικό εισόδημα σε ένα νέο που θέλει να εξασφαλίσει αξιοπρεπή μέσα διαβίωσης και να κάνει οικογένεια στον τόπο του. Έτσι οι νέοι μας είτε εγκαταλείπουν τις μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις είτε ακόμη και τον ίδιο το τόπο τους, αναζητώντας δουλειά στα μεγάλα αστικά κέντρα.
    Το πρόβλημα επιτείνεται από το γεγονός, ότι οι μεγάλης ηλικίας γεωργοί- ιδιοκτήτες μικρών εκμεταλλεύσεων, αρνούνται να μεταβιβάσουν ολόκληρη την εκμετάλλευσή τους σε ένα νέο γεωργό, αλλά προτιμούν να την μοιράσουν σε ίσα μερίδια στα παιδιά τους, ανεξάρτητα από το επάγγελμα που αυτά θα εξασκούν. Η κατάσταση αυτή προκαλεί παραπέρα κατάτμηση της μικρής εκμετάλλευσης, εάν και οι κληρονόμοι με τη σειρά τους δεν προχωρήσουν σε μεταβίβαση της εκμετάλλευσης σε επαγγελματίες αγρότες. Εκτός του μικρού κλήρου, υπάρχουν άλλα δύο σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πρωτογενής τομέας στο Νομό μας και τα οποία αντανακλούν στην ανταγωνιστικότητά του. Τα προβλήματα αυτά σχετίζονται με την έντονη αποεπένδυση και το οξύτατο δημογραφικό πρόβλημα .
    Οι επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα (δημόσιες και ιδιωτικές) παρουσιάζουν μακροχρόνια πτωτική τάση με ρυθμό 2,5 - 3%. Παρατηρείται δηλαδή χρόνια αποεπένδυση στον πρωτογενή τομέα, που ακολουθεί την ίδια τάση με τους φθίνοντες ρυθμούς μεταβολής της σημασίας του, σε σχέση με τις εξελίξεις στα αντίστοιχα συνολικά μεγέθη της οικονομίας (προϊόν, ιδιωτικές Επενδύσεις, δημόσιες επενδύσεις κλπ).
    Το πρόβλημα της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού είναι ιδιαίτερα οξύ και έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για ένα μεγάλο μέρος των ορεινών περιοχών του Νομού μας, που εξαρτώνται άμεσα από την απασχόληση στον πρωτογενή τομέα. Με αυτά τα κατ’ εξοχήν αρνητικά διαρθρωτικά δεδομένα, η αγροτική ανάπτυξη, που και στη συγκράτηση του ενεργού πληθυσμού θα συμβάλλει αλλά και στη μείωση της ανεργίας, ιδίως των νέων μας, προβάλλει ως ένα δύσκολο, αλλά αναγκαίο στοίχημα για το μέλλον του νομού μας.
    Το στοίχημα να αναστρέψουμε την πορεία συρρίκνωσης του αγροτικού πληθυσμού, την αποδυνάμωση ή και την εγκατάλειψη της υπαίθρου, ισχυροποιώντας τη θέση και την προοπτική της στο σύγχρονο, διεθνοποιημένο και ανταγωνιστικό κόσμο, είναι ουσιώδες και απαιτητικό. Αλλά είναι και η μόνη βιώσιμη λύση και προοπτική, μια σοβαρή δυναμική δημιουργίας απασχόλησης στον τόπο τους για πολλούς από τους νέους μας.

3. Δυνατότητες, προτάσεις και προκλήσεις για το μέλλον.
Από την ευρωπαϊκή εμπειρία έχει δειχθεί, ότι το μοντέλο αγροτικής εκμετάλλευσης που θα επιβιώσει και θ’ αναπτυχθεί στο μέλλον, βασίζεται στην άσκηση της παραγωγικής δραστηριότητας με τρόπους που να διασφαλίζουν βιωσιμότητα, αλλά και σεβασμό στην εκμετάλλευση των φυσικών και των υδάτινων, των περιβαλλοντικών γενικά, πόρων.
Σήμερα ανταγωνιστικότητα δεν είναι μόνο να εντατικοποιήσουμε την αγροτική παραγωγή, να μειώσουμε το κόστος και τις επιβαρύνσεις της, να εξορθολογίσουμε το μέγεθος της αγροτικής εκμετάλλευσης. Είναι και να διαφοροποιήσουμε κατάλληλα τα προϊόντα που προσφέρουμε, ώστε να είναι ξεχωριστά, ελκυστικά και αναγνωρίσιμα. Έτσι μπορούμε να πετύχουμε καλύτερες αγορές και πιο ευνοϊκές τιμές για τα προϊόντα μας.
Στο θέμα αυτό δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι :
· ·        Η λεγόμενη «μεσογειακή δίαιτα», επομένως και τα αντίστοιχα μεσογειακά προϊόντα, αναγνωρίζονται ευρύτερα διεθνώς
· ·        Στο πλαίσιο της Ε.Ε. και ειδικότερα στις νέες αγορές των χωρών της διεύρυνσης, θα έχουμε περισσότερες ευκαιρίες, παρά ανταγωνισμό, τουλάχιστον για τα κυριότερα προϊόντα που παράγει ο νομός μας.
   
Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να επαναπαυθούμε. Αντίθετα, πρέπει να αναλάβουμε σοβαρές πρωτοβουλίες για να στηρίξουμε και να αναπτύξουμε την αγροτική μας παραγωγή, επομένως και την απασχόληση.
    Είναι γνωστό πως οι σύγχρονες πολιτικές για την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα πρέπει να είναι εξειδικευμένες κατά προϊόν και περιοχή, στοχεύοντας στην αξιοποίηση μεθόδων, δράσεων, υποδομών και πρωτοβουλιών, που θα αναδείξουν νέα προϊόντα / υπηρεσίες ή θα προσθέσουν μεγαλύτερη αξία στα ήδη υπάρχοντα.
    Αυτή είναι κατά τη γνώμη μου και η μόνη βιώσιμη προοπτική. Άλλωστε οι πολιτικές των επιδοτήσεων και των περιοδικών εισοδηματικών ενισχύσεων δεν λύνουν, από μόνες τους, το πρόβλημα, μολονότι έχουν αναχθεί σε ένα βασικό τομέα από τον οποίο εξαρτάται το Αγροτικό Εισόδημα
   
Ο νέος αγρότης που είναι η ελπίδα και η προοπτική για την έξοδο από την κρίση, πρέπει σήμερα να έχει κατάλληλα κεφάλαια, επαρκή κλήρο, προσανατολισμό σε έξυπνες και καινοτόμες αγροτικές ή/και συμπληρωματικές των αγροτικών δραστηριότητες (αγροτουρισμός, οικοτεχνία, ποιοτική μεταποίηση τοπικών αγροτικών προϊόντων), συστηματική κατάρτιση και συνεχή υποστήριξη σε σύγχρονα μέσα, πρώτες ύλες και μεθόδους, κατάλληλη ασφάλιση της παραγωγής και της επένδυσής του, υποδομές τυποποίησης – εμπορίας – διακίνησης – προβολής, συνεχή και επαρκή πληροφόρηση, με εξάλειψη της γραφειοκρατίας και των πάσης φύσεως μεσαζόντων, αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, επιχειρηματική προσέγγιση και υποστήριξη της δραστηριότητάς του.
   
Ακόμα κι αν όλα αυτά μας φαίνονται, για την ώρα, «όνειρο θερινής νύχτας» για τις περισσότερες περιοχές της χώρας μας, δεν είναι ούτε πρωτάκουστα, ούτε ακατόρθωτα στη διεθνή πρακτική! Για να γίνουν πράξη χρειαζόμαστε συγκεκριμένες λύσεις, παρεμβάσεις και αλλαγές, που ορισμένες εντάσσονται και άλλες ξεπερνούν τα κίνητρα του Ν. 2520/97 και του Κανονισμού 2520/98, με τις φοροαπαλλαγές μεταβίβασης κλήρου, τις αποζημιώσεις ενίσχυσης μειωμένου εισοδήματος, τις δράσεις εκσυγχρονισμού και όλα εκείνα που απευθύνονται στον αγροτικό κόσμο και ειδικότερα στους νέους αγρότες, στα οποία θα αναφερθούν ειδικότερα άλλοι ομιλητές.
 
Εγώ θα αναφερθώ επιγραμματικά στις σημαντικότερες κατά τη γνώμη μου όσο και αναγκαίες λύσεις και αλλαγές τόνωσης της παραγωγής και της απασχόλησης στο νομό μας, μεταξύ των οποίων
:· ·        Η ολοκλήρωση των νέων θεσμών οργάνωσης και υποστήριξης (τεχνικής, χρηματοδοτικής) της αγροτικής δραστηριότητας, που έχουν ξεκινήσει, και η δημιουργία καινούργιων, όπου χρειάζεται.
· ·        Η ουσιαστική κάλυψη των ελλείψεων και των σημαντικών αναγκών του αγρότη και ειδικότερα του νέου αγρότη, για αξιόπιστη και συστηματική πληροφόρηση.
· ·        Η ενίσχυση της προώθησης των αγροτικών προϊόντων και του αγροτουρισμού, με την ίδρυση και λειτουργία αντίστοιχων εταιρειών.
· ·        Το ξεκαθάρισμα της αρμοδιότητας των διαφόρων φορέων, αλλά και η αποκέντρωση της λειτουργίας του Υπουργείου Γεωργίας, με ενιαία κατά νομό-περιοχή συμβουλευτική-υποστηρικτική για τον αγρότη παρουσία των υπηρεσιών του και των φορέων της εποπτείας του (λ.χ. αυτά που θα ονόμαζα Κέντρα Ολοκληρωμένης Αγροτικής Υποστήριξης, με τη σύμπραξη υπηρεσιών του Υπουργείου, του ΕΛΓΑ, των φορέων Τυποποίησης-Πιστοποίησης και προβολής προϊόντων, εκπαιδευτικών και συνεταιριστικών φορέων κ.α).
· ·        Εκτός από το ΚΟΑΥ που ανέφερα προηγουμένως, θα μπορούσε σε επίπεδο Περιφέρειας (Πελ/σου) να δημιουργηθεί με την συμβολή των Υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας ένα Κέντρο Εκπαίδευσης Αγροτών, όπως υπάρχουν ανάλογα τέτοια Κέντρα Εκπαίδευσης και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (Ολλανδία κ.λ.π.), το Κέντρο αυτό διαθέτει ότι πιο σύγχρονο υπάρχει για τη θεωρητική αλλά και πρακτική επιμόρφωση των Αγροτών.
· ·        Η διασφάλιση σωστής και αποκεντρωμένης λειτουργίας του Οργανισμού ελέγχου και πληρωμών των κοινοτικών επιδοτήσεων. Πρέπει να πάψει το ισχύον πολυδαίδαλο και γραφειοκρατικό σύστημα, που καθυστερεί αδικαιολόγητα την έγκαιρη καταβολή των επιδοτήσεων.
· ·        Η ενεργοποίηση του Οργανισμού Πιστοποίησης και Ελέγχου Αγροτικών Προϊόντων, ώστε να δώσει την δυναμική που απαιτείται στα προϊόντα μας, με κατάλληλη τεχνική υποστήριξη της ποιότητας και της προβολή τους.
Εν ολίγοις χρειαζόμαστε συγκεκριμένα μέτρα και πολιτικές, που να διασφαλίζουν και άριστη ποιότητα παραγωγής και έγκαιρη ενημέρωση – εκπαίδευση, εξασφάλιση απέναντι σε οποιονδήποτε κίνδυνο απώλειας – υποβάθμισης της παραγωγής από ασθένειες-φυσικά φαινόμενα κλπ, καθώς και ουσιαστική ενίσχυση του καλλιεργητή. Σ’ ότι δε αφορά ειδικότερα στο νομό Μεσσηνίας, έχω και παλιότερα δηλώσει ότι όλα αυτά πρέπει να ενταχθούν σε μια ολοκληρωμένη Αναπτυξιακή Στρατηγική ευρείας βάσης, που θα στοχεύει και στον εκσυγχρονισμό της αγροτικής μας παραγωγής και στη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής πρέπει:
β β
          Να αναπτυχθεί ισόρροπα ο Νομός, καταγράφοντας και αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής, καθώς και τις συμπληρωματικότητες που μπορεί και πρέπει να δημιουργηθούν ανάμεσα στην αγροτική παραγωγή, τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες. Αυτό σημαίνει Σχέδιο για κάθε επιμέρους περιοχή, που να εντοπίζει και να αξιοποιεί κατάλληλα τα ισχυρά της σημεία, την παράδοση, τις ειδικές συνθήκες και, βέβαια, το ανθρώπινο δυναμικό της.
β β          Να αναζωογονηθεί η ύπαιθρος, όχι μόνο με έγκαιρη και ουσιαστική στήριξη του αγροτικού εισοδήματος, αλλά και με την ανάδειξη συμπληρωματικών πηγών απασχόλησης και εισοδήματος σε σχέση με αυτό. Ο αγροτουρισμός, οι μικρές επιχειρήσεις μεταποίησης αγροτικών προϊόντων, η ανάδειξη της τοπικής παραδοσιακής κουζίνας, οι σύγχρονες καλλιέργειες, οι βιολογικές καλλιέργειες, η βιολογική κτηνοτροφία, η αλιεία, οι υποστηρικτικές υπηρεσίες πληροφόρησης, τυποποίησης, επεξεργασίας και διανομής των προϊόντων, η σύσταση ομάδων παραγωγών κλπ. με ευρεία αξιοποίηση εθνικών και κοινοτικών πόρων, επενδύσεων και προγραμμάτων ανάπτυξης, είναι αναγκαίο στήριγμα της αγροτικής παραγωγής, εάν θέλουμε να μιλάμε για ουσιαστική ανάπτυξη και για απασχόληση με προοπτικές στον τόπο μας.
β β
          Να βελτιωθούν, να αναδειχθούν και να προβληθούν, με ολοκληρωμένη στρατηγική για το καθένα, τα τοπικά προϊόντα, με άξονα την ποιότητα, την καινοτομία, τις σύγχρονες τεχνικές τυποποίησης, με ελκυστικές και επώνυμες συσκευασίες, με συστηματική υποστήριξη και προβολή.
β β
          Να στηριχθούν ουσιαστικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που είναι άρρηκτα δεμένες με την τοπική κοινωνία, την ύπαιθρο και τις ανάγκες της.
β β
          Να προωθήσουμε, συμπληρωματικά με την αγροτική παραγωγή, τον τουρισμό ποιότητας, σε ανθρώπινη και φιλική προς το περιβάλλον κλίμακα, αναδεικνύοντας την πλούσια πολιτιστική και ιστορική κληρονομιά του Νομού μας.
β β
          Να αναπτύξουμε σύγχρονες υπηρεσίες, ιδιωτικές και δημόσιες και κυρίως υπηρεσίες υποστήριξης για τις αγροτικές επιχειρήσεις και τους νέους παραγωγούς. Σ’ αυτές ασφαλώς περιλαμβάνεται και το τραπεζικό σύστημα, που πρέπει επιτέλους να γίνει ουσιαστικός αρωγός και σύμβουλος του νέου αγρότη-επιχειρηματία.
β β
          Να ρίξουμε το κύριο βάρος στην αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και της γνώσης στον τόπο μας. Οι νέοι μας πρέπει να βρίσκουν κατάλληλη και σταθερή δουλειά με προοπτική στον τόπο τους, στη βάση συγκεκριμένου τοπικού σχεδιασμού (Τοπικό Σχέδιο Δράσης για την Απασχόληση και την Κατάρτιση), στις κύριες αγροτικές, αλλά και στις συμπληρωματικές μ’ αυτές δραστηριότητες. Και εδώ να τονίσω πως χρειαζόμαστε επιτέλους μια συστηματική καταγραφή για τη διάρθρωση, ηλικιακή και επαγγελματική, του πληθυσμού των αγροτικών και των ημιαστικών περιοχών του νομού μας, αλλά και κίνητρα για τη μετάβαση από τους «μεταξύ άλλων» κατόχους αγροτικών κλήρων, στους αγρότες-επιχειρηματίες με όλη τη σημασία της λέξης, που να έχουν κατάλληλη εκπαίδευση – κεφάλαια- συμβουλευτική υποστήριξη και να μπορούν να απολαμβάνουν και το κατάλληλο εισόδημα.
    Με άξονα την αναπτυξιακή στρατηγική, όπως τη σκιαγράφησα παραπάνω, είναι απαραίτητο:
Ψ Ψ
     Να δημιουργήσουμε και να ενισχύσουμε, όπου υπάρχουν, κατάλληλες υποδομές στο Νομό μας, όπως αγροτική οδοποιία, επέκταση του ορεινού δικτύου, Τυποποιητήρια – Συσκευαστήρια προϊόντων, δημοτικές αγορές κλπ.
Ψ Ψ
     Να αξιοποιήσουμε και να διαχειριστούμε σωστά το υδάτινο δυναμικό του Νομού μας.
Ψ Ψ
     Να προβάλλουμε κατάλληλα τα προϊόντα μας, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Να αποκτήσουν ονομασία προέλευσης όλα τα παραδοσιακά μας προϊόντα. Είναι αδιανόητο, λ.χ, το λάδι στις περισσότερες περιοχές του νομού μας να μην έχει ονομασία προέλευσης, να μην έχει την τυποποίηση, την ελκυστικότητα και την προβολή που του αξίζουν.
Ψ Ψ
     Να ενισχύσουμε και να αξιοποιήσουμε νέες μορφές γεωργίας (αειφόρος Γεωργία, βιολογική γεωργία, ποιοτική και ολοκληρωμένη γεωργία), έτσι ώστε να ξεπεράσουμε τα υπάρχοντα διαρθρωτικά προβλήματα, όπως ο μικρός κλήρος, ο μικρός όγκος παραγωγής κλπ.
    Εννοείται πως σ’ αυτή την προσπάθεια, μπορούμε και πρέπει να αξιοποιήσουμε τις δράσεις και τα μέτρα του 3ου ΚΠΣ, τα προγράμματα και τις ενισχύσεις για τους νέους αγρότες, το θεσμό των ομάδων παραγωγών (διεπαγγελματικών οργανώσεων ανά προϊόν), σε συνδυασμό με ολοκληρωμένες πολιτικές ανά προϊόν, με κατάλληλη πληροφόρηση, τεχνική και οικονομική υποστήριξη τόσο στους παραγωγούς, όσο και στις συνεταιριστικές οργανώσεις, ώστε να ξεπεράσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και να αναπτύξουν την απαιτούμενη και στο σύγχρονο αγροτικό τομέα επιχειρηματικότητα.
    Το καταλαβαίνουμε όλοι, πως η υλοποίηση των παραπάνω δεν θα είναι εύκολη. ‘Όμως είναι τόσο αναγκαία και πολύτιμη, σε όρους δημιουργίας ευκαιριών απασχόλησης και αναζωογόνησης της υπαίθρου που, θα έλεγα, δεν μας αφήνει καμιά άλλη επιλογή!

Ας το πάρουμε απόφαση:
    Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να εφησυχάσουμε, να κωλυσιεργήσουμε, να συνεχίσουμε στην πεπατημένη, να «τα μπαλώσουμε», πόσο μάλλον, λοιπόν, να αποτύχουμε!
    Αν μη τι άλλο, το να πετύχουμε το χρωστάμε όλοι στον τόπο μας, στους ανθρώπους του, στα παιδιά μας!"