Δημήτρης Κουσελάς Δημήτρης Κουσελάς

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Άρθρα / Ομιλίες / Συνεντεύξεις

ΘΕΜΑ [Ομιλία] Ομιλία του ΠΡΟΕΔΡΟΥ της ΟΤΟΕ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΣΕΛΑ στην Ημερίδα που οργάνωσαν οι ΓΣΕΕ - ΟΤΟΕ με θέμα: "Η εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας και των Σ.Σ.Ε. βασικός παράγοντας διασφάλισης των εργαζομένων και ανάπτυξης των επιχειρήσεων"
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 5/6/2003

Ομιλία του ΠΡΟΕΔΡΟΥ της ΟΤΟΕ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΣΕΛΑ
στην Ημερίδα που οργάνωσαν οι ΓΣΕΕ - ΟΤΟΕ
με θέμα:
"Η εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας και των Σ.Σ.Ε. βασικός παράγοντας διασφάλισης των εργαζομένων και ανάπτυξης των επιχειρήσεων"

                                                                                                                                           Αθήνα, 5 Ιουνίου 2003

Κύριε Υπουργέ,
Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,
Φίλες και φίλοι,

    Σε αυτή τη συνάντηση έχουμε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, που τις τελευταίες εβδομάδες συζητούνται «εν θερμώ», σε μια προσπάθεια να τα θέσουμε στις σωστές τους διαστάσεις, να τα αξιολογήσουμε και, το σπουδαιότερο, να βρούμε βιώσιμες, υπεύθυνες και κοινωνικά αποδεκτές λύσεις για την αντιμετώπισή τους.
Είναι γεγονός ότι ο μέσος πολίτης, βρισκόμενος απέναντι σε γεγονότα όπως οι απολύσεις στην Πάλκο-Σίσερ, οι πτωχεύσεις και τα επαπειλούμενα λουκέτα αρχίζει να αναλογίζεται «σε τι κόσμο και σε τι κοινωνία ζούμε»…Ιδιαίτερα όταν η εργοδοτική πλευρά όχι μόνον «σηκώνει τους ώμους», αλλά μας κατηγορεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, γιατί δεν έχουμε μισθούς και συνθήκες εργασίας επιπέδου Κίνας (!). Από πάνω προβάλλει την αξίωση για απορύθμιση της αγοράς εργασίας, για ξήλωμα συλλογικών συμβάσεων και εργασιακών ρυθμίσεων, και κάτω από την απειλή της ανεργίας λόγω «επικείμενης απώλειας ανταγωνιστικότητας».
Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο σε οποιονδήποτε λογικό παρατηρητή, σήμερα συζητάμε τα αυτονόητα, τις θεμελιώδεις αρχές για κάθε ευνομούμενη κοινωνία, για κάθε σύγχρονο πολίτη.
    Είναι, λοιπόν, παρωχημένο, δυσλειτουργικό και άχρηστο το Εργατικό Δίκαιο και οι συλλογικές συμβάσεις; ‘Η μήπως είναι παρωχημένοι, δυσλειτουργικοί και ανίκανοι να ενταχθούν στις σύγχρονες κοινωνίες και στους κανόνες τους αυτοί, ακριβώς, που τα αντιμάχονται;
    Είναι αποδεκτό ως μέσο ανάπτυξης και προόδου για μια κοινωνία να ανέχεται και να νομιμοποιεί την παρανομία και την αυθαιρεσία;
    Είναι υγιής και κοινωνικά υπεύθυνη επιχειρηματικότητα αυτή που επιλέγει να στηρίζεται στην παραβίαση θεσπισμένων κανόνων και θεσμών, αυτή που βασίζεται στην κακοπληρωμένη, στην ασταθή και εξαθλιωμένη εργασία, στην υπερεκμετάλλευση του άνεργου, του ημιαπασχολούμενου, του νοικιασμένου, του μετανάστη, του εργάτη των γειτονικών μας χωρών;
Τι σημαίνουν πραγματικά οι τελευταίες εξελίξεις; Ανακάλυψαν, κάποιοι, ξαφνικά τον Καιάδα της ανεργίας ή μήπως το Αυγό του Κολόμβου;
Η ανεργία δεν είναι απαράδεκτη επειδή την ανακάλυψαν, κάποιοι όψιμα στα τηλεοπτικά «παράθυρα»!
Ούτε γιατί κάποιοι εργοδότες σκέφτηκαν να την εξαπολύσουν ως ύστατο πολιτικό και οικονομικό εκβιασμό για ν’ αποκομίσουν πρόσκαιρα οφέλη!
Η ανεργία ήταν, είναι και θα είναι η υπέρτατη έκφραση της βιαιότητας, της αυθαιρεσίας και της αναλγησίας της Οικονομίας της Αγοράς.
Γι’ αυτό πάντοτε το σ.κ. στεκόταν και στέκεται στο πλευρό των ανέργων, διεκδικώντας μέτρα ανακούφισης και στήριξης του εισοδήματός τους, ουσιαστικές εναλλακτικές ευκαιρίες απασχόλησης, αλλά και κανόνες προστασίας αυτής της απασχόλησης και των εργασιακών δικαιωμάτων, που είναι όρος απαραίτητος για να υπάρξει έγκαιρη πρόληψη και όχι εκ των υστέρων αντιμετώπιση της ανεργίας. ‘Όμως σήμερα, έτσι όπως προβάλλεται το ζήτημα της ανεργίας και έτσι όπως επιχειρείται να το εκμεταλλευτούν ορισμένοι εργοδοτικοί φορείς και οι ποικιλώνυμοι υποστηρικτές τους, ο μέσος πολίτης βρίσκεται αντιμέτωπος με ερωτήματα και επιλογές, του τύπου «ή τη Σκύλλα, ή τη Χάριβδη»!
Με άλλα λόγια, λένε οι διάφοροι «υποβολείς», αν «χαλαρώναμε κι άλλο» την εργατική νομοθεσία, αν δεν υπήρχαν τα συνδικάτα, οι συλλογικές συμβάσεις, τα συλλογικά δικαιώματα και οι ελάχιστες διασφαλίσεις στους μισθούς, μήπως τότε θα γλιτώναμε τα λουκέτα, τις μεταναστεύσεις επιχειρήσεων, τις απολύσεις; Με την απελευθέρωση των απολύσεων δεν θα γίνονταν περισσότερες προσλήψεις (!), δεν θα αναπτύσσονταν οι επιχειρήσεις μας, δεν θα είχαμε πρόοδο και δουλειά για όλους;
Που θα γίνονταν όλα αυτά;
Σε μια αγορά εργασίας όπως η ελληνική, με τις εκτεταμένες τυπικές και άτυπες ευελιξίες της που αποδεδειγμένα μας αναδεικνύουν στις πρώτες θέσεις της ευελιξίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Να το ξαναπούμε: ευελιξία δεν είναι μόνο τα ποσοστά απόλυσης, ούτε το μερίδιο της μερικής απασχόλησης στο σύνολο.
Είναι ο τρόπος της λύσης της σχέσης εργασίας – με ή χωρίς αιτιολογία του εργοδότη-, η εκμετάλλευση της φαινομενικά ανεξάρτητης εργασίας, η πολλαπλή απασχόληση, η προσωρινή απασχόληση, η υπενοικίαση εργαζομένων, η απασχόληση μεταναστών, ο «αφανής» χώρος της αυτοαπασχόλησης και των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όλο αυτό το εκτεταμένο «οπλοστάσιο ευελιξίας» που ανέκαθεν διέθεταν οι επιχειρήσεις στη χώρα μας και που δυστυχώς το εκμεταλλεύθηκαν σε βάρος της αναγκαίας προσαρμογής και του εκσυγχρονισμού τους!

Ειλικρινά δεν μπορώ σ’ αυτές τις συνθήκες να φαντασθώ τι θα μπορούσε να σημαίνει η πλήρης ασυδοσία, η άρση των εργασιακών κανόνων και ρυθμίσεων, η παραπέρα χαλάρωση και ανοχή…Θα γίνονται μήπως μεγαλύτερες επενδύσεις – που τόσο τις χρειαζόμαστε αν θέλουμε να μιλάμε για Ανάπτυξη και Ανταγωνιστικότητα- σε παραγωγικό εκσυγχρονισμό, σε ‘Ερευνα και Ανάπτυξη, σε νέα και ελκυστικά προϊόντα; Πως αλήθεια θα γίνονταν οι περίφημες ‘Αυλες Επενδύσεις σε γνώση και κατάρτιση του Ανθρώπινου Δυναμικού, αν σήμερα το αξιοποιούμε κι αύριο το πετάμε στο δρόμο, σαν απλό αναλώσιμο υλικό, μη αναγνωρίζοντάς του ούτε γνώση, ούτε εμπειρία, ούτε προσφορά;
Θα έχουμε μήπως μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη για να αγοράζουμε τα προϊόντα των «σύγχρονων» επιχειρήσεων;
Πως θα γίνει αυτό όταν είναι γνωστό ότι οι υποβαθμισμένοι και ισχνοί μισθοί μόνο υποβαθμισμένα προϊόντα μπορούν ν’ αγοράσουν; Και ξέρουμε καλά ποιοι παράγουν και από πού εισάγουμε τέτοια προϊόντα…Σε ποιους τελικά θα πουλάτε τα προϊόντα και τις υπηρεσίες σας, κύριοι;
Στους πότε-πότε απασχολούμενους των ελάχιστων ευρώ, των εκμηδενισμένων διασφαλίσεων, της καμιάς προοπτικής;

Πως θα πουλάνε οι Τράπεζες καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια σε μισθωτούς που δουλεύουν για να επιβιώσουν σήμερα μη ξέροντας αύριο τι τους επιφυλάσσει το μέλλον;
Πως θα κινηθούν οι αγορές ακινήτων, διαρκών καταναλωτικών αγαθών, υπηρεσιών, εκπαίδευσης, αυτοκινήτων, ελεύθερου χρόνου και διακοπών, όταν ο εργαζόμενος έχει ένα μισθό που ελάχιστα φτάνει για τα τρέχοντα- και αύριο θα είναι υπο- ημι- και παρα-απασχολούμενος; Πόσο βιώσιμες μπορεί να είναι τέτοιες επιλογές, όταν είναι γνωστό πως η ανταγωνιστικότητα σήμερα καθορίζεται από πολλές οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους και κυρίως από ποιοτικά δεδομένα; Από τις εξελίξεις και τις επιλογές στην οργάνωση, στη νοοτροπία, στη στελέχωση και στη διοικητική πρακτική, από την ποιότητα- επάρκεια των πάσης φύσεως υποδομών της παραγωγής και της διακίνησης των προϊόντων, από την ποιότητα (και όχι την υποβάθμιση - απορύθμιση, όπως δογματικά υποστηρίζουν ορισμένοι) της εργασίας και των εργασιακών σχέσεων.
Το έχουμε ξαναπεί: η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον και δεν πρέπει να στηρίξει την ανταγωνιστικότητά της σε φθηνό και υποβαθμισμένο εργατικό δυναμικό, σε παραβιάσεις των νόμων και σε παράκαμψη των όποιων κανόνων, δεσμεύσεων και θεσμών. Αυτό δεν της παρέχει καμιά προοπτική στη σύγχρονη διεθνοποιημένη οικονομία.
Αλλιώς τα προϊόντα μας, λόγω αποδεδειγμένα χαμηλότερου κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, θα έπρεπε να έχουν κατακλύσει τις αγορές της Ευρώπης!
Με βάση τα παραπάνω, δεν είναι δυνατόν να δεχτούμε διλήμματα και εκβιασμούς του τύπου «απορύθμιση ή ανεργία», «θάνατος στο Εργατικό Δίκαιο ή λουκέτα», «έξω τα συνδικάτα, οι Επόπτες Εργασίας και οι Σ.Σ.Ε. από τις επιχειρήσεις μας, αλλιώς φεύγουμε…».Δεν υποτιμάμε τη δυσκολία και το μέγεθος των προκλήσεων. Αλλά ξέρουμε ότι το μεγαλύτερο στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε στο πλαίσιο της Ε.Ε., είναι η πραγματική σύγκλιση. ‘Οχι η υποβάθμιση, με πρόσχημα τα ισχύοντα σήμερα σε πολλές χώρες της Διεύρυνσης.
Σύγκλιση με ανάπτυξη, απασχόληση, ανταγωνιστικότητα και ουσιαστική ενίσχυση των επιχειρήσεων και των παραγωγών, κοινωνική ευημερία και δικαιοσύνη.
Αυτά δεν μπορούμε να τα πετύχουμε χωρίς συγκεκριμένα κλαδικά και περιφερειακά Σχέδια Δράσης, που να στηρίζουν ουσιαστικά και δεσμευτικά την απασχόληση και την επιχειρηματική δραστηριότητα σε όλους τους τομείς και τις τοπικές κοινωνίες της χώρας μας, σταθμίζοντας τα πλεονεκτήματα και οργανώνοντας τη μετάβαση σε εναλλακτικές δραστηριότητες.
Επομένως το δίλημμα δεν είναι «εργασιακή υποβάθμιση (ο σώζων εαυτόν σωθήτω!) ή ανεργία».
Είναι σαν να βρισκόμαστε μέσα στη ζούγκλα και να μας τίθεται η «επιλογή»: να μας κατασπαράξει ένα λιοντάρι ή μήπως, καλύτερα, μια τίγρη; Μα εδώ, το ζητούμενο είναι να τελειώνουμε με τη ζούγκλα!!!
Το ζήτημα είναι να μπουν θεσμοί - φραγμοί στις σύγχρονες εκδοχές της ασυδοσίας της οικονομίας της αγοράς.

Μήπως όμως, καθώς λένε ορισμένοι, το εργατικό δίκαιο και οι συμβάσεις αντιμάχονται τον εκσυγχρονισμό και τον υγιή ανταγωνισμό των επιχειρήσεων; Μήπως παραβλέπουν και εμποδίζουν τις αναγκαίες αλλαγές;
Πρόσφατη έρευνα, όχι κάποιων συνδικάτων, αλλά της Διεθνούς Τράπεζας, απέδειξε ακριβώς το αντίθετο!
Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να μεταφέρω την εμπειρία από το δικό μας, τον τραπεζικό κλάδο.
Οι ραγδαίες εξελίξεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα τροφοδοτούν και απόπειρες αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των Τραπεζών όχι μόνο στα επιτόκια και στη μορφή των προϊόντων τους, αλλά και στο κοινωνικό πεδίο.
‘Ετσι και στον κλάδο μας, εμφανίζονται εργοδότες που προσπαθούν, ακόμα και παρανομώντας, να υποβαθμίσουν ή και να ακυρώσουν τις δεσμεύσεις που ισχύουν για όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου και απορρέουν από τις Κλαδικές Σ.Σ.Ε., τις Επιχειρησιακές Συμβάσεις και τους Κανονισμούς Εργασίας.
 Παραβιάζουν
ασύστολα το θεσμοθετημένο ωράριο λειτουργίας και συναλλαγών και επιχειρούν να εφαρμόσουν επιλεκτικά ωράρια
Αμφισβητούν τη σταθερότητα της εργασίας όπως προέρχεται μέσα από τους Κανονισμούς Εργασίας.
 Δεν καταβάλλουν θεσπισμένα κλαδικά επιδόματα
και κοινωνικές παροχές.
 Δεν καταβάλλουν τις νόμιμες και πραγματοποιηθείσες υπερωρίες.
 
Άλλοι αρνούνται την παροχή αναλυτικής μισθοδοτικής κατάστασης ώστε ο καθένας να γνωρίζει πως πληρώνεται και γιατί, και μέσα από την έννοια του περίφημου ενιαίου συμβατικού μισθού εξαφανίζουν σταδιακά όλα τα επιχειρησιακά επιδόματα του προσωπικού. Το πρόβλημα είναι περισσότερο έντονο και οξύ στις επιχειρήσεις που δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση και ενημέρωση.
Εκεί οι νόμοι και οι συμβάσεις «κόβονται κυριολεκτικά και ράβονται» στα μέτρα των εργοδοτών. Μπροστά σε αυτές τις απόπειρες, η σύναψη και η διασφάλιση της εφαρμογής των κλαδικών Σ.Σ.Ε. από όλες τις Τράπεζες, τις ομοειδείς και συναφείς επιχειρήσεις του κλάδου, γίνεται κομβικό θέμα και για τους εργαζόμενους , αλλά και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις του κλάδου. Ειδικά για εκείνους τους εργοδότες οι οποίοι, τιμώντας τις δεσμεύσεις και την υπογραφή τους, βλέπουν να απειλούνται από τον αθέμιτο ανταγωνισμό των οπαδών της απορύθμισης και της αυθαίρετης ακύρωσης των συμφωνημένων στην πράξη.
Εννοείται ότι η Πολιτεία δεν πρέπει και δεν μπορεί να αφήσει ανεξέλεγκτη την κατάσταση. Με την παραβίαση όρων των κλαδικών Σ.Σ.Ε. δεν θίγονται μόνο βασικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, η ασφάλεια και οι προοπτικές της απασχόλησης στον κλάδο, αλλά και βασικοί κανόνες του υγιούς και θεμιτού ανταγωνισμού, κανόνες της ομαλής και βιώσιμης προσαρμογής των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες, θίγονται στοιχειώδη δημοκρατικά και συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα και θεσμοί!
Όλα αυτά δεν είναι «άχρηστες πολυτέλειες» για κάποιους μεμονωμένους και ελάχιστους εργαζόμενους.
Μας αφορούν ανεξαίρετα ΟΛΟΥΣ! Σαν εργαζόμενους, σαν καταναλωτές και σαν πολίτες αυτού του τόπου!
Και μια και μιλάμε για καταναλωτές και πολίτες και επειδή πολύς λόγος γίνεται τελευταία στη χώρα μας και στην Ε.Ε. για την «Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη», θέμα για το οποίο η ΟΤΟΕ έχει επανειλημμένα παρέμβει και τοποθετηθεί εδώ και σε διεθνείς συναντήσεις του σ.κ, έχω να σημειώσω, επιγραμματικά, τα εξής:
     Δεν μπορεί μια επιχείρηση να διαφημίζει ότι είναι «κοινωνικά υπεύθυνη», χωρίς πρώτα απ’ όλα να τηρεί και να σέβεται τους εργατικούς νόμους, τις Σ.Σ.Ε., τις ίσες ευκαιρίες και τα πάσης φύσεως ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα και στο χώρο που λειτουργεί.

    Τα κριτήρια για να χαρακτηρισθεί «κοινωνικά υπεύθυνη» μια επιχείρηση θα πρέπει να είναι σαφή, συγκεκριμένα και συμφωνημένα μέσα από συλλογικές διαδικασίες.
    Τα συνδικάτα πρέπει να έχουν λόγο στην αντίστοιχη αξιολόγηση. Διαφορετικά η κοινωνική υπευθυνότητα θα μείνει στο πλαίσιο ευχών, χορηγιών και δημοσίων σχέσεων, θα εξαργυρωθεί με υπερκέρδη και με παραπλάνηση των καταναλωτών.
    Γι’ αυτό, πέρα από τον κατάλογο των «κοινωνικά υπεύθυνων επιχειρήσεων», χρειάζεται και κατάλογος επιχειρήσεων που παραβιάζουν αυτά τα κριτήρια (blacklist).
   
‘Όπως λέει το αμερικάνικο σ.κ, στους πολίτες-καταναλωτές των ΗΠΑ, «πως είναι δυνατόν να εμπιστεύεστε μια επιχείρηση που παρανομεί;» Κι ακόμα παραπέρα, «γιατί να αγοράζετε τα προϊόντα της;»
    Η αρνητική προβολή-καταγγελία των επιχειρήσεων που παρανομούν, με αντίστοιχη ενημέρωση και κινητοποίηση των καταναλωτών, είναι όπλο στα χέρια του σ.κ., των εργαζόμενων, των ανέργων, όλων των πολιτών αυτής της χώρας. Ακριβώς όπως η θετική προβολή και η διαφήμιση των κοινωνικά υπεύθυνων επιχειρήσεων είναι όπλο των επιχειρήσεων για την κατάκτηση και τη διεύρυνση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα προϊόντα τους!
Ας το καταλάβουμε μια για πάντα! Η ευθύνη για την τήρηση των Σ.Σ.Ε. και των νόμων, για την έμπρακτη προστασία και αναβάθμιση της εργασίας είναι υπόθεση όλων μας!
    Της Πολιτείας, που με τα αρμόδια όργανά της (Υπουργείο, Επόπτες Εργασίας και Ασφάλειας) πρέπει να ελέγχει την τήρηση των νόμων και των Σ.Σ.Ε. σε κάθε χώρο, λαμβάνοντας κατάλληλα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα και μη αφήνοντας περιθώρια για επιλεκτικές ερμηνείες και καταστρατηγήσεις.
    Της Κοινωνίας, που πρέπει να τιμωρεί εκείνους που αυθαιρετώντας απειλούν τη συνοχή, την πρόοδο και την ευημερία της
    Των εργοδοτών, που πρέπει να κάνουν πράξη την υποχρέωση ελέγχου και επιρροής για την τήρηση των συμφωνημένων από κάθε επιχείρηση στο χώρο τους
    Του σ.κ και του κάθε εργαζόμενου, που πρέπει να επαγρυπνεί, να πληροφορείται και να πληροφορεί έγκαιρα για κάθε πρόβλημα, για κάθε παραβίαση.
Πέρα από αυτά, τα γενικά και εν πολλοίς αυτονόητα, υπάρχουν και ειδικότερα μέτρα που μπορούμε και πρέπει άμεσα να προωθήσουμε:
1. Να λειτουργήσει τριψήφια «ανοικτή γραμμή καταγγελίας» παραβιάσεων, σε επίπεδο Σ.ΕΠ.Ε. με τη συμμετοχή εκπροσώπων του σ.κ., όπου κάθε εργαζόμενος θα μπορεί να θέτει ή να καταγγέλλει το πρόβλημα που αντιμετωπίζει στον εργασιακό του χώρο.
2. Να γίνουν όλες οι απαραίτητες θεσμικές αλλαγές ώστε να λειτουργήσει και στη χώρα μας ο θεσμός του εργατικού δικαστή, με ταχεία, ευέλικτη και κατάλληλα εξειδικευμένη διαδικασία.3. Να αυξηθούν, με κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση που ήδη προτάθηκε από την ΟΤΟΕ και την ΓΣΕΕ, οι ποινές για τους παραβάτες της εργατικής νομοθεσίας και των Σ.Σ.Ε./Δ.Α., ώστε να είναι πραγματικά πολλαπλάσιες του οφέλους που αποκομίζει ο παραβάτης. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι σαν να τον παροτρύνουμε να παρανομήσει, αφού στην ουσία κερδίζει απ’ αυτό! Μέχρι σήμερα, κερδίζει. Θα το ανεχθούμε;4. Να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο το Σ.ΕΠ.Ε. και σε υποδομές και σε ανθρώπινο δυναμικό και σε μέσα, ώστε να μπορεί να ασκήσει ακώλυτα και ανεπηρέαστα το ρόλο του.5. Τα ίδια τα μέρη να συγκροτήσουν, κατά κλάδο, επιτροπές επίλυσης ατομικών διαφορών, ερμηνείας όρων Σ.Σ.Ε., εντοπισμού και άσκησης πίεσης στους όποιους παρανομούντες.6. (Αφορά και τις δύο πλευρές) Να βελτιωθεί η νομοτεχνική επεξεργασία των διατάξεων στις Σ.Σ.Ε. και ΔΑ, ώστε να μην υπάρχουν ατέλειες ή ασάφειες στη διατύπωσή τους, που να επιτρέπουν αμφιλεγόμενες ερμηνείες.
7. Να προχωρήσει άμεσα η κωδικοποίηση της Εργατικής Νομοθεσίας, της νομολογίας και των επιμέρους Σ.Σ.Ε.-Δ.Α. κάθε χώρου, με ιδιαίτερη έμφαση στη σαφήνεια και στη διαφάνεια αποτύπωσης των νόμιμων αποδοχών. Αντίστοιχη σαφήνεια και διαφάνεια πρέπει να διασφαλίζεται στα εκκαθαριστικά μισθοδοσίας, ώστε να είναι γνωστή στον κάθε εργαζόμενο και σε κάθε νόμιμα ενδιαφερόμενο τρίτο η διαφορά των νόμιμων αποδοχών (βασικός, επιδόματα, προσαυξήσεις των οικείων Σ.Σ.Ε.) από τις πραγματικά καταβαλλόμενες σ’ αυτόν αποδοχές.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου να τονίσω ακόμα μια φορά:
Ζητάμε το αυτονόητο: η παρανομία και ο ωμός εκβιασμός να μη γίνουν, με το έτσι θέλω, δίκαιο και κανόνας στον τόπο μας!

Αυτή, η πιο εκτεταμένη και επικίνδυνη μορφή «εργασιακής ευελιξίας», δεν είναι συγκολλητική ουσία για καμιά σύγχρονη κοινωνία!
Είναι θρυαλλίδα στα θεμέλια της δημοκρατίας, της ισονομίας, της ανάπτυξης και της ευημερίας και του μέλλοντος όλων μας!
Ζητάμε ο θεσμοθετημένος διάλογος να έχει όντως αντίκρισμα. Με σεβασμό και πλήρη τήρηση των συμφωνημένων.

Ζητάμε να γίνουν σεβαστοί και να τηρηθούν στοιχειώδεις θεσμοί της Δημοκρατίας και της Κοινωνίας των πολιτών.

Είναι πολυτέλεια, αυτό;
Θα ήταν
, αν ζούσαμε στο Μεσαίωνα!
Δεν είναι
, αφού ζούμε στον 21ο αιώνα, σε μια χώρα μέλος της Ενωμένης Ευρώπης, με στόχους, κανόνες και Κοινωνικό Κεκτημένο!
Δεν είναι
, εφόσον σ’ αυτή τη χώρα η προστασία και η αναβάθμιση της Απασχόλησης είναι Δικαίωμα του κάθε πολίτη, καταξιωμένο στον Υπέρτατο Νόμο, στο ίδιο το Σύνταγμά της!

Σας ευχαριστώ