ΘΕΜΑ | [Ομιλία] ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ του ΠΡΟΕΔΡΟΥ της ΟΤΟΕ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΣΕΛΑ ΣΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «DIALOGO.S» |
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ | 25/10/2002 |
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ του ΠΡΟΕΔΡΟΥ της ΟΤΟΕ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΣΕΛΑ ΣΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «DIALOGO.S» Αγαπητοί φίλοι,
Η Ομοσπονδία μας, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στα προβλήματα και στις προκλήσεις των καιρών, στις αξίες και στις επιλογές της, αλλά και απέναντι στα συμφέροντα των μελών που εκπροσωπεί, συστηματικά ενθαρρύνει, προωθεί και συμμετέχει σε επιστημονικές διεργασίες συγκριτικού-διακρατικού χαρακτήρα, όπως η σημερινή. Σήμερα όπως και στο παρελθόν, έχουμε πολλαπλά αξιοποιήσει το επιστημονικό δυναμικό μας, την υποδομή και το δυναμικό του ΙΝΕ/ΟΤΟΕ, καθώς και εξειδικευμένα τραπεζικά στελέχη, που γνωρίζουν σε βάθος τον κλάδο μας, για έρευνες και μελέτες, που αποτέλεσαν τη βάση για καινοτόμες παρεμβάσεις μας, στο επίπεδο του κλαδικού και του επιχειρησιακού κοινωνικού διαλόγου. ‘Ετσι διευρύναμε τις γνώσεις, τους προβληματισμούς και τη συνδικαλιστική μας στόχευση. Επειδή πάντοτε η επιστημονική έρευνα και η γνώση είναι ευπρόσδεκτες, στο μέτρο που θα μπορούν να αξιοποιηθούν λειτουργικά στη διαμόρφωση της στρατηγικής και της καθημερινής πρακτική μας, πιστεύω ότι και η σημερινή συνάντηση έχει πολλά να μας προσφέρει. Πρώτα απ’ όλα, επειδή ασχολείται με ένα κομβικό για το ρόλο και τη δράση μας θέμα, που είναι οι όροι και οι πρακτικές του κοινωνικού διαλόγου στον κλάδο μας, με τα προβλήματα, τις προκλήσεις και τις συνθήκες που όλοι εμείς, οι «εντός των τειχών», γνωρίζουμε από πρώτο χέρι. Και έχει πραγματικά ενδιαφέρον να δούμε, να συζητήσουμε και φυσικά να αξιολογήσουμε, με βάση την παρουσίαση των μελετών που θα παρακολουθήσουμε εδώ, τι αποτελεί σήμερα και τι όχι σύγχρονη, καινοτόμα και «καλή πρακτική» στον κοινωνικό διάλογο του κλάδου μας. Και μάλιστα στις συνθήκες των αναδιαρθρώσεων, των εξαγορών και των συγχωνεύσεων, της «νέας οικονομίας» και της διεθνοποίησης. Συνθήκες που όλοι γνωρίζουμε τι προβλήματα και τι προκλήσεις θέτουν για τις ανάγκες, για τα συμφέροντα και για τις προσδοκίες των μελών μας. Είναι γνωστό πως ο κοινωνικός διάλογος είναι μια διαδικασία που απαιτεί δυο, τουλάχιστον, κοινωνικούς συνομιλητές. Γι αυτό, όταν αναζητούμε ή αξιολογούμε το επιθυμητό του πρότυπο στις σύγχρονες συνθήκες, πρέπει να αξιολογήσουμε τις διεκδικήσεις, τη στάση, τα συμφέροντα και τους στόχους της κάθε πλευράς, τόσο της εργατικής, όσο και της εργοδοτικής. Εμείς στην ΟΤΟΕ γνωρίζουμε πολύ καλά τα κενά και τις δυσκολίες που παρουσιάζει ο κοινωνικός διάλογος στον κλάδο μας : Ο φυσικός μας συνομιλητής, η «Ένωση Ελληνικών Τραπεζών», σε αντίθεση με τις περισσότερες τραπεζικές ενώσεις στην Ευρώπη, αποποιείται ακόμα και σήμερα την ιδιότητα της εργοδοτικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα να διαπραγματευόμαστε ΣΣΕ μέσα από τις διαδικασίες πρόσκαιρης και ad hoc δημιουργίας του κλαδικού μας «εργοδοτικού συνομιλητή». Η εργοδοτική πλευρά κατά κανόνα συλλαμβάνει και προβάλλει επιλεκτικά τις ανάγκες προσαρμογής και εκσυγχρονισμού του Χ/Π συστήματος και των εργασιακών μας σχέσεων. Πολλές φορές προσπαθεί να αντιγράψει και να μεταφέρει στη χώρα μας πρότυπα και δήθεν «καλές» πρακτικές, που είναι ξένα προς ελληνικά θεσμικά δεδομένα και τις λειτουργικές ανάγκες του χώρου μας. Ξένα ακόμα και προς αυτό που όλοι θεωρούμε «ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο», ή μη συμβατά με την απαραίτητη ισορροπία και τη βιωσιμότητα των εργασιακών μας σχέσεων. Ορισμένοι εργοδότες του κλάδου πολύ θα ήθελαν να απαλλαγούν από οποιαδήποτε κλαδική-θεσμική δέσμευση, ώστε να επιδοθούν ασύδοτα σε πρακτικές κοινωνικού dumping, σε βάρος όχι μόνο των εργαζομένων που οι ίδιοι απασχολούν, αλλά και εκείνων των εργοδοτών που τιμούν την υπογραφή τους και εφαρμόζουν τις κλαδικές μας συμφωνίες. Τέλος, κομβικές και ιδιαίτερα καινοτόμες θεσμικές μας πρωτοβουλίες και διεκδικήσεις, για θέματα:
συναντούν την αδιαφορία, την κωλυσιεργία ή και την πλήρη αντίθεση της άλλης πλευράς. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθώντας να μην έχουμε συγκροτημένο κοινωνικό συνομιλητή στον κλάδο μας, κάθε φορά που διαπραγματευόμαστε την κλαδική ΣΣΕ, έχουμε καταφέρει να θέσουμε σημαντικά για τον κλάδο μας θέματα και να προωθήσουμε ιδιαίτερα καινοτόμες προτάσεις και πρωτοβουλίες. ‘Όλα τα παραπάνω βασίστηκαν σε προβληματισμούς και σε ερεθίσματα, που μας δόθηκαν από συστηματικές και τεκμηριωμένες μελέτες, αλλά και από συνεργασίες του επιστημονικού μας δυναμικού με την ευρύτερη επιστημονική και συνδικαλιστική κοινότητα, σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρω:
Αρκεί μια ανάγνωση των επίσημων Προσκλήσεων για Διαπραγμάτευση και της αντίστοιχης τεκμηρίωσης που ως Ομοσπονδία στέλνουμε κάθε φορά στις Τράπεζες για τη διαπραγμάτευση της κλαδικής ΣΣΕ, αλλά και των υλικών από αυτές τις διαπραγματεύσεις, καθώς και από πολυάριθμες άλλες μελέτες, παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες μας σε κλαδικά και ευρύτερα κοινωνικά θέματα, για να αντιληφθεί κανείς τη σημασία που έχουν για μας οι θεσμικές διεκδικήσεις και, μεταξύ αυτών, τα θέματα Ίσων ευκαιριών. Δυστυχώς οι αντίστοιχες διεκδικήσεις μας σπάνια βρίσκουν την ανταπόκριση που θα έπρεπε από τις Τράπεζες. Με τα παραπάνω θέλω να τονίσω ότι από την πλευρά μας υπάρχει και η βούληση και το αίσθημα ευθύνης για κοινωνικό διάλογο επιπέδου, στον κλάδο μας και σε κάθε Τράπεζα χωριστά. Κοινωνικό διάλογο με διαφάνεια, τεκμηρίωση, ευαισθησία στις νέες ανάγκες και στα προβλήματα, με λύσεις βιώσιμες αλλά και κοινά αποδεκτές. Στο θέμα αυτό έχουμε δώσει απτά και, πιστεύω, πλούσια δείγματα γραφής. Μόνο που για να υπάρξει διάλογος – και μάλιστα ουσίας, πρέπει αυτές τις αξίες και αυτές τις αρχές να τις συμμερίζονται εξίσου και οι δύο πλευρές! Πρέπει να θέλουν να υπάρχουν και να συμμετέχουν ενεργά και οι δύο πλευρές! Πόσο μάλλον σήμερα, που τα προβλήματα είναι σύνθετα και οι προκλήσεις απαιτούν ουσιαστική συνεννόηση, από κοινού αναζήτηση λύσεων. Λύσεων με κοινωνική βιωσιμότητα και αποδοχή, μέσα από δημιουργική σύνθεση των συχνά έντονα αντικρουόμενων απόψεων και συμφερόντων. ‘Όχι λύσεων τυφλής και άκριτης αντιγραφής ξένων προτύπων, ούτε επιλογών παθητικής προσαρμογής του ανθρώπινου παράγοντα και των εργασιακών δεδομένων σε υποτιθέμενους «μονόδρομους» επιχειρηματικής ανάπτυξης, οργάνωσης εργασίας, απορύθμισης και αποψίλωσης των προσδοκιών και των εργασιακών δικαιωμάτων, στο όνομα ενός δήθεν σύγχρονου αλλά εξίσου αδιέξοδου, αντιεπιστημονικού και, θα έλεγα, δογματικού «ρεαλισμού!». Απέναντι σε όλα αυτά, η ευθύνη για σύγχρονο και ουσιαστικό διάλογο, η ευθύνη για σύγχρονες και βιώσιμες λύσεις στα προβλήματα προφανώς δεν είναι μόνο δική μας, δεν αφορά μόνο το σ.κ. 3Αφορά και τις Τράπεζες, τους κοινωνικούς μας συνομιλητές! Πρόσφατα όλη η Ευρώπη έθεσε στόχο να προωθήσει την «κοινωνική υπευθυνότητα των επιχειρήσεων». Την ευθύνη τους απέναντι στους εργαζόμενους, τους πελάτες, την οικολογική ισορροπία, την κοινωνική συνοχή και την τοπική ανάπτυξη σε όλα τα επίπεδα. Την προφανή, για μας, υποχρέωσή τους να προάγουν σωστά και ισόρροπα την ανάπτυξη, να ακολουθούν καλές, θεμιτές και αποδεκτές από την κοινωνία πρακτικές. Με δικαιοσύνη, δημοκρατία, ευαισθησία και διαφάνεια. Καταλαβαίνουμε όλοι πόσο μεγάλο θέμα και σημαντικός στόχος είναι αυτός για την κοινωνική Ευρώπη, για τον κοινωνικό διάλογο στις επιχειρήσεις και στον κλάδο μας, ιδιαίτερα μετά το «Πράσινο Βιβλίο» και τη σχετική Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην οποία η ευρωπαϊκή συνδικαλιστική μας οργάνωση, η UNI, αποδίδει ιδιαίτερη σημασία. Κι όμως, οι Τράπεζες και η «Ένωση Ελληνικών Τραπεζών» απουσιάζουν από το δίκτυο των μεγάλων επιχειρήσεων, φορέων και εργοδοτικών συλλογικών οργανώσεων, που ήδη δεσμεύτηκαν σε αυτή την κατεύθυνση και στη χώρα μας. Κλείνοντας αυτή την εισαγωγική σκιαγράφηση της δικής μας άποψης για τις εμπειρίες, τα δεδομένα και τα προβλήματα του κοινωνικού διαλόγου στον κλάδο μας, θέλω να ευχαριστήσω τους προσκεκλημένους μας επιστήμονες τόσο για την υποδειγματική συνεργασία τους, όσο και για την προσπάθειά τους να προσεγγίσουν τα προβλήματα του κλάδου μας. Να είστε σίγουροι, αγαπητοί συνεργάτες, ότι θα προσεγγίσουμε τα αποτελέσματα της δουλειάς σας με τη δέουσα προσοχή. Με αίσθημα ευθύνης τόσο απέναντι στα μηνύματα και στις προκλήσεις των καιρών, όσο και απέναντι στα προβλήματα, στις ανάγκες και στις προσδοκίες των εργαζομένων του κλάδου. Σας ευχαριστώ θερμά όλους, για την προσοχή και τη συμμετοχή σας. |